Όχι στη διχοτόμηση

Αυτό που κυριαρχεί για ακόμα μια φορά, παραμονές επανέναρξης των διακοινοτικών συνομιλιών, είναι οι έγνοιες και οι προσδοκίες που ο καθένας προβάλλει. Τόσο όσο αφορά στους ντόπιους, όσο και σε ότι και όσα αφορούν στους ξένους. Έχω την εντύπωση πως, ανεξάρτητα από την πορεία μισού αιώνα διαπραγματεύσεων σε διακοινοτικό κυρίως επίπεδο, πολύ λίγα, ελάχιστα έχουν αλλάξει, στο τρόπο που οι λεγόμενες πρωτοβουλίες προωθούνται, καθώς και το περιεχόμενο τους. Ιστορικά, παρατηρήθηκε επανειλημμένα μια προσπάθεια εκβιασμού της κάθε ξεχωριστής περίπτωσης, στηριγμένη σε επιχειρήματα του τύπου «δεν υπάρχει άλλος δρόμος», «οι ξένοι κουράστηκαν μαζί μας», «η διχοτόμηση είναι προ των πυλών» και άλλα συναφή.

Παρατηρήθηκαν και καταγράφηκαν, πολλές κωλοτούμπες από διάφορους, όπως και μεταμφιέσεις σε θέσεις και προθέσεις. Για παράδειγμα, τη περίοδο 1989 – 1992, ο τότε ηγέτης της δεξιάς, ο αείμνηστος Γ. Κληρίδης, αφού πατρόναρε στηρίζοντας τον Γ. Βασιλείου με τις ιδέες Γκάλι, λίγο πριν τις εκλογές του 1993, ενδύθηκε άλλο μανδύα και τις πέταξε στο κάλαθο των αχρήστων. Για να έρθει ξανά η δεξιά την περίοδο 2002- 2004, να ξαναντυθεί το μανδύα του προοδευτικού θιασώτη της λύσης -οδυνηρής μεν, όπως λέχθηκε-  και να προβάλει τον εαυτό της ως το μόνο φορέα για την επίτευξη τέτοιας λύσης.

Ο Τ. Παπαδόπουλος, εκλέγηκε με τη δέσμευση να διαπραγματευτεί το σχέδιο Ανάν και να το ολοκληρώσει, μα οι λόγοι που το έκανε αυτό είναι άλλοι. Μόνο με αυτό τον τρόπο θα εκλεγόταν στην Προεδρία. Διότι ήξερε και τις προδιαγραφές και το περιεχόμενο της κυοφορούμενης τότε λύσης. Και στο τέλος το απέρριψε για τους δικούς του λόγους, άλλους σωστούς και άλλους λάθος. Μα πάντα στο δικό του ιδεολογικό πλαίσιο, που δεν περιελάμβανε ένα λαό και μια πατρίδα.

Τη δε περίοδο που συναντήθηκαν στην ηγεσία των δυο κοινοτήτων, αριστεροί Πρόεδροι, η κατάληξη ήταν η αλληλεπίρριψη ευθυνών. Διότι το πλαίσιο λύσης όπως έχει διαμορφωθεί, διαχωρίζει το λαό και εισάγει τη λογική του «ο καθένας και η κοινότητα του». Έτσι και αυτή η συγκυρία, δηλαδή των δυο αριστερών ηγετών στη διαπραγμάτευση του Κυπριακού, κατέληξε σε ακόμα ένα αδιέξοδο. Ο ρόλος της κατοχικής δύναμης και των ξένων, είναι να διαχωρίζουν, όχι να ενώνουν και επί τούτου, έχουν εισάγει το πλαίσιο που τους βολεύει. Αυτό που θα ένωνε τους δυο συνομιλητές και θα οδηγούσε σε μια λύση για το λαό και μόνο, έλειπε. Οι παράμετροι του διαμορφωμένου πλαισίου λύσης, δεν επιτρέπουν ταξικές λογικές και προσεγγίσεις. Ή το δέχεσαι, ή το απορρίπτεις. Και κάθε αποτυχία, οδηγά σε νέα τετελεσμένα όπως λένε και οι σοφοί.

Ο σημερινός Πρόεδρος, έδωσε ένα αξιοθαύμαστο από πλευράς πείσματος, αγώνα, για να πείσει πως το σχέδιο Ανάν, ήταν η ιδανική λύση. Ένα σχέδιο που παρουσίαζε σωρεία προβληματικών στοιχείων, μα αυτό δεν τον εμπόδισε να καταγγείλει μέχρι και στις Βρυξέλλες την Κυπριακή Δημοκρατία για «μη δημοκρατία», από το πείσμα του να πείσει. Ενδύθηκε το συνοδοιπόρο των Τουρκοκυπρίων, τον συναγωνιστή τους, μέχρι και το σύντροφο τους, εκείνη την εποχή. Για να περάσει ένα σχέδιο που διαχώριζε το λαό και δεν τον επανένωνε.

Σήμερα ο Αναστασιάδης και αφού άλλαξε δέκα φορεσιές τα τελευταία χρόνια, δίνει την εντύπωση πως αποφεύγει τις συνομιλίες και διάφοροι τον επικρίνουν για «αδιαφορία», μέχρι και «απορριπτισμό». Ω καιροί, ω ήθη!

Ο Αναστασιάδης κάνει αυτό που πάντα έκανε η παράταξη του: Παίζει με το Κυπριακό λογιών λογιών παιχνίδια παραπλανώντας διάφορους, μα επί της ουσίας, υπηρετεί αυτό που πάντα υπηρετούσε, δηλαδή την τάξη του, το κεφάλαιο. Είτε με λύση, είτε χωρίς, οι προοπτικές κερδοφόρων επενδύσεων του κεφαλαίου, είναι το κύριο κριτήριο για πολλούς. Αν αυτό εξυπηρετείται καλύτερα με τη διχοτόμηση ή με το στάτους κβο, παρά με την όποια λύση, αυτό θα κάνουν.

Σε καμιά πρωτοβουλία για επίτευξη λύσης, δεν επιτράπηκε να ενώσουν δυνάμεις οι πραγματικοί αφέντες του τόπου, δηλαδή οι εργαζόμενοι, ο λαός. Όλα ξεκινούν και όλα καταλήγουν «στις δυο πλευρές». Και εμείς, είτε το θέλουμε είτε όχι, είμαστε τοποθετημένοι από τους ξένους, στην πλευρά του Ν. Αναστασιάδη, του Ν. Παπαδόπουλου, των παρατάξεων του και άλλων τέτοιων.

Μα ο στόχος του τόπου αυτού, πρέπει να είναι η απαλλαγή από κάθε λογής δυνάστες και όχι, η ταύτιση, λόγω εθνικότητας, με κάποιο εξ αυτών. Αυτά, δυστυχώς, δεν λέγονται και δεν γράφονται, μα ήρθε ο καιρός να τα πούμε και όποιος επιθυμεί, θα κατανοήσει την αλήθεια και το πραγματικό συμφέρον του τόπου και του λαού.

Ο μόνος τρόπος να κατάφερνε η Κύπρος να απαλλαγεί από ξένα στρατεύματα, διχοτομικά σχέδια λύσης, εξωτερικές πιέσεις και άλλα συναφή, ήταν ο κοινός αγώνας Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.  Ως σύνθημα, στάθηκε στα πόδια του για κάποια χρόνια. Ως πράξη, δεν τα κατάφερε ποτέ. Κι ας έπαιξαν πολλοί μαζί του. Ακόμη και οι ξένοι, μέχρι και ο Συναγερμός, σε διάφορες φάσεις και ιδιαίτερα την περίοδο του σχεδίου Ανάν.

Δεν ήταν ποτέ εύκολο να επιτευχθεί αυτός ο στόχος του κοινού αγώνα. Το διχοτομικό στάτους κβο, επιβλήθηκε από την πρώτη μέρα της ανεξαρτησίας του 1960. Εκεί έχτισαν τις καριέρες και τα συμφέροντα τους πολλοί. Επιχορηγούμενοι και υποκινούμενοι από τους «οικείους ξένους», που συνεχώς ενδιαφέρονται για το νησί.

Δεν ήταν εύκολο να χτιστεί εκείνος ο κοινός αγώνας διότι απαιτούσε ριζοσπαστικές προσεγγίσεις:

  1. Μια Κύπρος, ένας λαός, ένα κοινό κράτος.
  2. Μια ιθαγένεια, μια οικονομία, μια κοινωνία, χωρίς γεωγραφικούς και θεσμικούς διαχωρισμούς.
  3. Κανένας ρόλος στις μητέρες πατρίδες και στους ξένους.

Αυτά για να γινόντουσαν πράξη, έπρεπε να υπάρξει μια δυνατή κοινή συγκολλητική ουσία, μεταξύ των πλειοψηφιών και στις δυο κοινότητες. Οι οποίες και θα έχτιζαν σε ισχυρή βάση το μέτωπο του αγώνα και δυνητικά, τη λύση και το μέλλον.

Τίποτα άλλο εκτός από την ταξική συνείδηση των εργαζομένων, δεν μπορεί να ενώσει το λαό της Κύπρου. Αυτή ήταν η ουσία και αυτή παραμένει για όποιον πραγματικά επιθυμεί απελευθέρωση, ανεξαρτησία και ειρήνη.

Όλες οι υπόλοιπες προσεγγίσεις και μεθοδεύσεις οδηγούν στη διχοτόμηση, είτε με κακές λύσεις, είτε χωρίς. Η ιστορία του τόπου το αποδεικνύει. Έχει εμπεδωθεί στην αντίληψη του λαού πως εκπρόσωπος του για την επίτευξη λύσης, είναι ο κάθε φορά εκλεγμένος στην Προεδρία.

Άσχετα αν τα συμφέροντα του, η ιστορία του, οι σχέσεις του και η ιδεολογία του, καμιά σχέση δεν έχουν με ένα μεγάλο κομμάτι του λαού. Αν ακόμα θεωρήσουμε το λαό ως ενιαίο, δηλαδή Ε/κ και Τ/κ μαζί, τότε δεν ξέρω ποιος και τι τον εκπροσωπεί, από τα όσα έγιναν  ή γίνονται κατά καιρούς.

Σε όσους κραυγάζουν καθημερινά συνθήματα, είτε για «επανένωση εδώ και τώρα», είτε για «υπεράσπιση των συμφερόντων της πλευράς μας», ένα έχω να πω: Το παιχνίδι της διχοτόμησης καλά κρατεί.