Μια παράξενη «αριστερή» θεώρηση του Κυπριακού

Η αριστερά στις πλείστες χώρες είναι πληθυντική με την έννοια ότι δεν αποτελείται από ένα μόνο πολιτικό σχηματισμό. Συνήθως υπάρχουν 1-2 σχετικά μεγάλα κόμματα (κάποτε και κάποια μικρότερα) και μικρές ομάδες της λεγόμενης εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς. Στην Κύπρο υπήρχε μια διαφορετική κατάσταση πραγμάτων, αφού στη διάρκεια του 20ου αιώνα, αλλά και μετέπειτα, υπήρχε ουσιαστικά μόνο ένα κόμμα της αριστεράς, το ΑΚΕΛ, χωρίς άλλο αριστερό κόμμα ως ανταγωνιστή. Η ΕΔΕΚ δεν λειτούργησε ποτέ ως κλασική σοσιαλδημοκρατία και δεν απείλησε ποτέ ουσιαστικά και η εξωκοινοβουλευτική αριστερά ήταν ιστορικά ανύπαρκτη.

Τα τελευταία χρόνια η κατάσταση αυτή αλλάζει. Μια παρατεταμένη κρίση ταυτότητας του ΑΚΕΛ που επιτάθηκε με την κυβερνητική του παρουσία, επέτρεψε τη σταδιακή εμφάνιση μιας ισχνής κοσμοπολίτικης «εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς». Αν και η εξωκοινοβουλευτική αυτή «αριστερά» ήταν και εξακολουθεί να είναι υπόθεση μερικών μονάδων που οπτασιάζονται ότι επηρεάζουν τις μάζες, όπως συνήθως ισχύει με αυτές τις οργανώσεις, απέκτησε δυσανάλογη επιρροή τον τελευταίο καιρό σε αυτό που οι ίδιοι ονομάζουν ως θεσμική αριστερά, δηλαδή το ΑΚΕΛ.

Αυτό που εδώ θα επισημανθεί δεν είναι ανάλυση των σχέσεων των δύο, αλλά η «παράξενη αριστερή» θεώρηση αυτών των ομάδων για το Κυπριακό, η οποία επεκτείνεται πέραν των δικών τους κύκλων, επηρεάζοντας πλέον, όπως φαίνεται και το ίδιο το ΑΚΕΛ. Η θεώρηση των ομάδων αυτών για το Κυπριακό υπακούει σε ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα τα οποία δεν συνάδουν με την ιστορική προσέγγιση του παραδοσιακού κόμματος της αριστεράς στην Κύπρο. Πρώτα ως προς τα υφολογικά της χαρακτηριστικά:

(α) Απόλυτη προσέγγιση ως να κατέχουν τη μοναδική και απόλυτη αλήθεια. Η οποιαδήποτε διαφορετική αντίληψη κατατάσσεται αυθαίρετα και αυτόματα ως εχθρική της λύσης και συνήθως ως εθνικιστική. Εύκολο να διαπιστωθεί αυτό με μια βόλτα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. «Εθνίκια», «διχοτομιστές», «απορριπτικοί» είναι μόνο μερικά από τα επίθετα που κολλούν με τη μεγαλύτερη ευκολία σε όποιον αριστερό πατριώτη προσεγγίζει το Κυπριακό με διαφορετική από τη δική τους οπτική.

(β) «Φωνακλάδικη» προπαγάνδιση της δικής τους αλήθειας κυρίως στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Παρτάροντας ο ένας τον άλλο δημιουργούν ένα κλίμα εκφοβισμού στον οποιονδήποτε εκφράζει διαφορετική οπτική, συνήθως με χαρακτηρισμούς και αφορισμούς. Κάνοντας αυτά, από την άλλη διαμαρτύρονται για αντίστοιχες πρακτικές που δημιουργούνται από την εθνικιστική περιρρέουσα.

Ως προς το ουσιαστικό σκέλος:

(α) Επικεντρώνεται μόνο στην επιρροή των εκατέρωθεν εθνικισμών τους οποίους θεωρούν ως αποκλειστικούς υπεύθυνους των προβλημάτων της Κύπρου και της μη επίλυσης του Κυπριακού. Δεν λέω, εκ των βασικών υπαίτιων ο εθνικισμός και όλοι οι αντιεθνικιστές μπορούμε και πρέπει να βρούμε κοινούς παρονομαστές για να τον πολεμήσουμε, αλλά όχι ο κύριος και όχι ο αποκλειστικός. Τους οποίους εθνικισμούς μάλιστα αποξενώνουν από τη σχέση τους με τον αγγλικό κυρίως ιμπεριαλισμό λες και ο εθνικισμός εμφανίζεται και υπάρχει στο κενό. Η βασική τους επικέντρωση είναι ο ελληνοκυπριακός εθνικισμός ο οποίος αναγορεύεται ως ο μοναδικός υπαίτιος.

(β) Καμία αναφορά στον ιστορικό, αλλά κυρίως στο σημερινό ρόλο του δυτικού ιμπεριαλισμού για τη δημιουργία και διαιώνιση του Κυπριακού. Εδώ θέλοντας και μη συναντώνται με τους δεξιούς φιλελεύθερους και ουσιαστικά αθωώνουν τον ιμπεριαλισμό. Προσπαθήστε να βρείτε μια έστω αναφορά στις διάφορες περισπούδαστες αναλύσεις τους για τον ρόλο του αγγλικού ή ευρύτερα δυτικού ιμπεριαλισμού στο Κυπριακό ειδικά στο σήμερα. Δύσκολα θα βρείτε. Θα βρείτε όμως μερικούς εξ’ αυτών να εργοδοτούνται από οργανώσεις ερευνητικής βιτρίνας του δυτικού ιμπεριαλισμού, όπως το PRIO. Επιπλέον, τούρκικος επεκτατισμός δεν υπάρχει.

(γ) Η οποιαδήποτε αναφορά σε πατριωτισμό εξισώνεται με τον εθνικισμό. Λες και η αριστερά δεν είναι πατριωτική. Ας θυμηθούμε πως η πατρίδα του σοσιαλισμού (την οποία βέβαια ουδέποτε αποδέχτηκαν και σχεδόν όλοι όσοι ανήκουν σε αυτά τα σχήματα κακολογούν) ονόμασε τον Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο ως Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο. Η αριστερά είναι πάνω από όλα πατριωτική. Είναι ο Μπελογιάννης που είπε «έτσι αγαπάμε εμείς την Ελλάδα (όπου Ελλάδα βέβαια διάβαζε πατρίδα διότι τους έχω ικανούς να μου πουν ότι αυτό που γράφω είναι εθνικισμός!) με το αίμα μας».

(δ) Ουσιαστική αποδοχή διχοτομικών αξιώσεων που ουδεμία σχέση έχουν με μια αριστερή θεώρηση της λύσης του Κυπριακού, όπως για παράδειγμα τα ξεχωριστά συστήματα κοινωνικών ασφαλίσεων, υγείας, κτλ. Το αποκορύφωμα είναι η αποδοχή αριθμού τουρκικών στρατευμάτων εσαεί στο όνομα του ότι θα φύγουν οι περισσότεροι. Λες και το ζήτημα είναι η ποσότητα και όχι η ποιότητα. Λες και υπάρχει ολίγον έγκυος. Ακόμα και τις τουρκικές ή και νατοϊκές εγγυήσεις δεν παρουσιάζονται να έχουν πρόβλημα να τις αποδεχθούν, τάχα στο όνομα του μεγαλύτερου ζητήματος που είναι η λύση του Κυπριακού.

(ε) Αδυναμία τοποθέτησης του Κυπριακού στο ευρύτερο πλαίσιο των γεωπολιτικών και γεωστρατηγικών ανταγωνισμών στην περιοχή μας. Ψιλά γράμματα αυτά για τα οποία σκοτώνονται οι λαοί. Όλα τα άλλα ζητήματα (Παλαιστινιακό, Συριακό, κτλ.) επηρεάζονται από αυτό το ευρύτερο πλαίσιο εκτός από το κυπριακό.

Έχοντας αναφέρει τα πιο πάνω δεν σημαίνει ότι μια εξωκοινοβουλευτική αριστερά δεν μπορεί να είναι συνοδοιπόρος μιας ταξικής αριστεράς. Και τουλάχιστον όταν εγώ αναφέρομαι σε ταξική αριστερά, εννοώ τη μαρξιστική-λενινιστική αριστερά. Όμως, η τελευταία πρέπει να ξέρει πότε και που συνεργάζεται με αυτήν την αριστερά και πότε τραβά τις γραμμές της.