Όχι στα σχέδια ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ και συμφωνία των Πρεσπών

Αυτή τη βδομάδα η ελληνική κυβέρνηση σκοπεύει να φέρει για συζήτηση και ψήφιση στη Βουλή τη συμφωνία των Πρεσπών με την ΠΓΔΜ, την οποία από την πρώτη στιγμή έχει δηλώσει ότι θα καταψηφίσει το ΚΚΕ. Η συμφωνία θα κυρωθεί με τη μορφή της διακρατικής συμφωνίας και η έγκρισή της απαιτεί τη σχετική πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών. Λίγες μέρες αργότερα, σύμφωνα με τις κυβερνητικές εξαγγελίες, θα έρθει για κύρωση στη Βουλή το «πρωτόκολλο εισδοχής» της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, με το νέο συνταγματικό της όνομα «Βόρεια Μακεδονία».

Με αφορμή και τη συζήτηση για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης, που προκάλεσε η αποχώρηση Καμμένου από τον κυβερνητικό συνασπισμό, με αιχμή το ονοματολογικό της ΠΓΔΜ και την πρόθεσή του να μην ψηφίσει τη συμφωνία, η κυβέρνηση επιχειρεί να την εξωραΐσει στα μάτια του λαού, αξιοποιώντας γι’ αυτόν το σκοπό και τις εθνικιστικές θέσεις της ΝΔ και άλλων κομμάτων.

Παρά τις επιμέρους διαφωνίες τους στη συμφωνία, όλοι μαζί ξεπλένουν τον βρώμικο ρόλο του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στα Βαλκάνια, διαχρονικά και σήμερα. Από την αντιπαράθεσή τους, που συνεχίζει να επικεντρώνεται στο ονοματολογικό, κρύβεται το «κουκούτσι» της συμφωνίας, που δεν είναι άλλο από τον αμερικανοΝΑΤΟικό σχεδιασμό που την επέβαλε, προκειμένου να ισχυροποιηθεί η παρουσία του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στα Βαλκάνια και να ανασχεθεί η επιρροή κυρίως της ανταγωνίστριας Ρωσίας.

Κι ακριβώς επειδή η συμφωνία αυτή υπηρετεί επικίνδυνους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς, που διαχρονικά στηρίχτηκαν στο «διαίρει και βασίλευε» στη Βαλκανική, διατηρεί το σπέρμα του εθνικισμού και του αλυτρωτισμού, για κάθε μελλοντική χρήση, ανάλογα με το τι εξυπηρετεί καλύτερα τα συμφέροντα των ισχυρών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, που ανταγωνίζονται για αγορές, σφαίρες επιρροής, αγωγούς και δρόμους μεταφοράς εμπορευμάτων στην ευρύτερη περιοχή.

Σε εκτενές αφιέρωμα ο «Ριζοσπάστης» παρουσιάζει βασικά σημεία αυτής της επικίνδυνης για τους λαούς συμφωνίας, τους στόχους που υπηρετεί, στο πλαίσιο της «ευρωατλαντικής ολοκλήρωσης» των Βαλκανίων και του ανταγωνισμού των ΗΠΑ – ΝΑΤΟ με τη Ρωσία, καθώς και ένα σύντομο, αλλά αποκαλυπτικό ιστορικό για το πώς φτάσαμε σε αυτήν.

Η συμφωνία είναι ΝΑΤΟική και το φωνάζει!

Η συμφωνία των Πρεσπών αποτελείται από το προοίμιο και 20 άρθρα, που ρυθμίζουν έστω και σε επίπεδο διακηρύξεων πολλές ειδικές πλευρές στις σχέσεις των δύο κρατών.

Αδιαμφισβήτητα, όμως, αυτό που ξεχωρίζει είναι το άρθρο 2 της συμφωνίας, όπου καταγράφονται αναλυτικά οι «εγγυήσεις» από την πλευρά της Ελλάδας ότι θα στηρίξει την ένταξη της ΠΓΔΜ στους δύο ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, όπως και τα χρονοδιαγράμματα της ενταξιακής διαδικασίας.

Ανάμεσα σε άλλα, εκεί καταγράφεται:

«Το Πρώτο Μέρος (σ.σ. Ελλάδα) συμφωνεί να μην αντιταχθεί στην υποψηφιότητα ή την ένταξη του Δεύτερου Μέρους, υπό το όνομα και τις ορολογίες του Αρθρου 1 της παρούσας Συμφωνίας, σε διεθνείς, πολυμερείς και περιφερειακούς Οργανισμούς και θεσμούς, όπου το Πρώτο Μέρος είναι μέλος (…)

Από τη θέση σε ισχύ της παρούσας Συμφωνίας κατ’ εφαρμογή του Αρθρου 1 αυτής, το Πρώτο Μέρος θα κυρώσει οποιαδήποτε Συμφωνία εισδοχής του Δεύτερου Μέρους σε διεθνείς Οργανισμούς, στους οποίους το Πρώτο Μέρος είναι μέλος.

Ειδικότερα αναφορικά με τις διαδικασίες ενσωμάτωσης του Δεύτερου Μέρους στην ΕΕ και τον Οργανισμό Βορειοατλαντικού Συμφώνου (ΝΑΤΟ), τα ακόλουθα θα ισχύσουν:

α) Το Δεύτερο Μέρος θα επιδιώξει ένταξη στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ υπό το όνομα και τις ορολογίες του Αρθρου 1 της παρούσας Συμφωνίας. Η ένταξη στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ θα λάβει χώρα υπό το ίδιο όνομα και ορολογίες.

β) Με τη λήψη της γνωστοποίησης της κύρωσης της παρούσας Συμφωνίας από το Κοινοβούλιο του Δεύτερου Μέρους, το Πρώτο Μέρος χωρίς καθυστέρηση:

(i) θα γνωστοποιήσει στον Πρόεδρο του Συμβουλίου της ΕΕ ότι υποστηρίζει την έναρξη των ενταξιακών στην ΕΕ διαπραγματεύσεων του Δεύτερου Μέρους υπό το όνομα και τις ορολογίες του Αρθρου 1 της παρούσας Συμφωνίας,

(ii) θα γνωστοποιήσει στον Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ ότι υποστηρίζει να απευθυνθεί από το ΝΑΤΟ προς το Δεύτερο Μέρος πρόσκληση ένταξης…».

«Με το νι και με το σίγμα» καταγράφεται και το υπόλοιπο χρονοδιάγραμμα για την ένταξη στο ΝΑΤΟ. Θυμίζουμε ότι οι σχετικές επιστολές από την πλευρά της κυβέρνησης επιδόθηκαν από την πρώτη στιγμή στο ΝΑΤΟ, που στη Σύνοδό του τον περασμένο Ιούλη προχώρησε και επισήμως στην πρόσκληση έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων προς την ΠΓΔΜ.

Όλοι πλήρως ευθυγραμμισμένοι

Γι’ αυτό το κραυγαλέο άρθρο της συμφωνίας δεν αρθρώνουν λέξη ούτε η κυβέρνηση ούτε κανένα από τα άλλα κόμματα που υποτίθεται ότι διαφωνούν και λένε ότι θα την καταψηφίσουν. Κοσμοπολίτες και εθνικιστές, κανείς τους δεν αμφισβητεί το στόχο της «ευρωατλαντικής ολοκλήρωσης» που υπηρετεί η συμφωνία.

Η κυβέρνηση, από την πλευρά της, προσπαθεί να υποβαθμίσει το συγκεκριμένο άρθρο. Σε δηλώσεις τους, μάλιστα, υπουργοί και στελέχη της ισχυρίζονται ότι το άρθρο αυτό απλά ικανοποιεί τη θέληση του λαού της ΠΓΔΜ να γίνει η χώρα τους μέλος του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, πράγμα που η Ελλάδα δεν έχει κανέναν λόγο να εμποδίσει.

Με τέτοιες σοφιστείες και μπαγαποντιές προσπαθούν να κρύψουν ότι έχουν αναλάβει βρώμικο ρόλο και αποστολή από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ να σπρώξουν μπροστά τον ευρωατλαντικό σχεδιασμό στα Βαλκάνια, με την ένταξη και της ΠΓΔΜ στις ιμπεριαλιστικές ενώσεις. Με την υλοποίηση αυτού του σχεδιασμού, η αστική τάξη στην Ελλάδα, το παλιότερο κράτος – μέλος του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στην περιοχή, συναρτά την αναβάθμισή της στην περιοχή.

Έδαφος για να φυτρώνει ο αλυτρωτισμός…

Η συμφωνία – σε αντίθεση με όσα ισχυρίζεται η κυβέρνηση – διατηρεί ολοζώντανο το «σπέρμα» του αλυτρωτισμού, κυρίως στα σημεία εκείνα όπου κατοχυρώνονται όροι όπως «μακεδονική ιθαγένεια» («nationality» στο πρωτότυπο αγγλικό κείμενο της συμφωνίας) και «μακεδονική γλώσσα».

Συγκεκριμένα, πέρα από την αλλαγή του ονόματος της γείτονος σε «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας», που θα ισχύει «erga omnes», το άρθρο 1 της συμφωνίας ορίζει ότι η ιθαγένεια (nationality) του δεύτερου μέρους θα είναι «Μακεδονική/πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας» και έτσι θα εγγράφεται σε όλα τα ταξιδιωτικά έγγραφα, ενώ η επίσημη γλώσσα θα είναι η «μακεδονική» γλώσσα.

Στη συνέχεια, γίνεται προσπάθεια να διασκεδαστούν οι εντυπώσεις από την αναγνώριση «μακεδονικής» ιθαγένειας και γλώσσας, με διαχωρισμό από την αρχαία ιστορία της Μακεδονίας. Να σημειωθεί εδώ ότι η κυβέρνηση υπερασπίζεται τα στοιχεία αυτά της συμφωνίας με το αντιδραστικό ιδεολόγημα του «αυτοπροσδιορισμού», που ανοίγει την πόρτα για κάθε λογής επικίνδυνα σχέδια. Το ίδιο πρόβλημα γεννάνε και οι αναφορές στον «μακεδονικό λαό».

Αυτό το πρόβλημα δεν αλλάζει ούτε από τη ρηματική διακοίνωση που απέστειλε την περασμένη Τετάρτη στην Ελλάδα το υπουργείο Εξωτερικών της γειτονικής χώρας, για να ενημερώσει ότι ολοκληρώθηκαν οι διαδικασίες της συνταγματικής αναθεώρησης.

Το κείμενο αυτό κατέθεσε ο Ελληνας πρωθυπουργός στα πρακτικά της Βουλής, στην αντιπαράθεσή του με τη ΝΔ, παρουσιάζοντάς το ως δήθεν τεκμήριο ότι τελειώνει το ζήτημα της «εθνικότητας» ή της «γλώσσας».

Σύμφωνα με το κείμενο: «Το ΥΠΕΞ της Δημοκρατίας της Μακεδονίας σύμφωνα με το γράμμα και το πνεύμα της Συμφωνίας (σ.σ. των Πρεσπών) δηλώνει ότι ο όρος “εθνικότητα” (nationality) του δεύτερου μέρους (σ.σ. της ΠΓΔΜ) όπως ορίζεται από άρθρο 1 (3)(β) της Συμφωνίας ως “Μακεδόνας/πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας” αναφέρεται αποκλειστικά σε ιθαγένεια (citizenship) και δεν καθορίζει ούτε προδικάζει εθνική ένταξη/εθνότητα (ethnicity), όπως διατυπώνεται στο άρθρο 2(2) του Συνταγματικού νόμου για την υιοθέτηση των συνταγματικών τροποποιήσεων 34, 35, 36, 37 στο Σύνταγμα της Δημοκρατίας της Μακεδονίας.

Το υπουργείο επίσης σημειώνει ότι όπως αναφέρεται στο άρθρο 1 (3), άρθρο (7) και ειδικότερα στο άρθρο 7 (3) και (4) με την “μακεδονική γλώσσα” γίνεται αναφορά στην επίσημη γλώσσα του δεύτερου μέρους όπως έχει αναγνωρισθεί στην 3η Διάσκεψη του ΟΗΕ για τον Προσδιορισμό Γεωγραφικών Ονομάτων που έγινε το 1977 στην Αθήνα, που είναι μέσα στην ομάδα των νοτιοσλαβικών γλωσσών».

Μεγάλα ερωτήματα και ανησυχίες

Τα ερωτήματα που προκύπτουν από την επιλογή αυτών των όρων στη συμφωνία είναι πολλά, καθώς στη μεν ΠΓΔΜ αξιοποιούνται από την κυβέρνηση Ζάεφ για να πιστοποιήσουν την αναγνώριση της «μακεδονικής» ταυτότητας και γλώσσας, στη δε Ελλάδα αξιοποιούνται από εθνικιστικές κυρίως δυνάμεις, για να αποδείξουν ότι προσβάλλεται η «ελληνικότητα της μίας και μοναδικής Μακεδονίας».

Μακεδονικό έθνος δεν υπήρξε ποτέ στη Βαλκανική, ούτε βέβαια μακεδονική γλώσσα. Και μόνο το γεγονός ότι ο όρος «Μακεδόνας» συνεχίζει να υπάρχει για τον προσδιορισμό των κατοίκων της συγκεκριμένης χώρας, έστω και με τον «μανδύα» της ιθαγένειας, γεννάει πολλά ερωτήματα και ανησυχίες για το πώς μπορεί να αξιοποιηθεί στο μέλλον. Το ίδιο και οι αναφορές σε «μακεδονική» γλώσσα.

Το βέβαιο είναι ότι η χρήση αυτών των όρων κρατάει ζωντανή τη συζήτηση περί «μακεδονικού» έθνους και επομένως μπορεί μελλοντικά να αξιοποιηθεί για διεκδικήσεις και αμφισβητήσεις σε βάρος γειτονικών κρατών. Ετσι, από τη μια μπορούν να σηκωθούν ζητήματα αναζήτησης «ομογενών Μακεδόνων» σε γειτονικά κράτη, ενώ από την άλλη π.χ. στην Ελλάδα να σηκωθούν εθνικιστικές κορόνες με το εξίσου ανιστόρητο «η Μακεδονία είναι μία και ελληνική».

Το έργο το έχουν δει πολλές φορές στο παρελθόν οι λαοί των Βαλκανίων, που έγιναν θύματα στις μυλόπετρες του ανταγωνισμού των αστικών τάξεων και των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών, με το «διαίρει και βασίλευε» που βασίζεται στην υποδαύλιση εθνικισμών και αλυτρωτισμών, με την αξιοποίηση υπαρκτών ή μη μειονοτικών ζητημάτων.

Η τροπολογία 36

Στην τροπολογία 36, που ψηφίστηκε στη Βουλή της ΠΓΔΜ, γίνεται αναφορά στην προστασία, εγγύηση και καλλιέργεια των «ιδιαιτεροτήτων» και της ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς του «μακεδονικού λαού». Γίνεται επίσης αναφορά στην «προστασία των συμφερόντων των υπηκόων που ζουν ή διαμένουν στο εξωτερικό».

Παρακάτω καταγράφεται πως η Πολιτεία «μεριμνά για τη διασπορά του μακεδονικού λαού και για μέρος του αλβανικού λαού, του τουρκικού λαού, του βλάχικου λαού, του σερβικού λαού, του λαού των Ρομά, του βοσνιακού λαού και των άλλων και καλλιεργεί και προωθεί τους δεσμούς με την πατρίδα».

Το σημείο αυτό βεβαίως υποτίθεται ότι ανταποκρίνεται στον «πολυεθνικό» χαρακτήρα του κράτους, όμως δημιουργεί πολλά εύλογα ερωτήματα για πιθανές ερμηνείες της στο μέλλον, με δεδομένο ότι εμφανίζεται το κράτος της ΠΓΔΜ να «μεριμνά» για έθνη και εθνότητες που βρίσκονται σε όλο τον βαλκανικό χώρο.

Αν και διαβεβαιώνεται ότι το κράτος στην ΠΓΔΜ «δεν θα αναμειγνύεται στα κυριαρχικά δικαιώματα άλλων κρατών και στις εσωτερικές τους υποθέσεις».

Αναθεώρηση του Συντάγματος και αμφισβητούμενες ερμηνείες

Οι τέσσερις βασικές συνταγματικές τροποποιήσεις που ψηφίστηκαν στις 11/1/2019 από 81 βουλευτές του 120μελούς Κοινοβουλίου της ΠΓΔΜ ήταν αποτέλεσμα σκληρών παζαριών, τόσο με τους οκτώ βουλευτές που διαφοροποιήθηκαν από την αξιωματική αντιπολίτευση του εθνικιστικού VMRO – DPMNE, όσο και με μικρότερα αντιπολιτευόμενα κόμματα της αλβανόφωνης μειονότητας (BESA, AA).

Ταυτόχρονα, τα παζάρια της τελευταίας στιγμής, κυρίως ανάμεσα στον σοσιαλδημοκράτη πρωθυπουργό Ζόραν Ζάεφ και το BESA, ανέδειξαν την πολυεθνοτική φύση του κράτους, που μπορεί μελλοντικά να αξιοποιηθεί από ιμπεριαλιστικές δυνάμεις ως εργαλείο για το γνωστό «διαίρει και βασίλευε».

Πάντως, στον συνοδευτικό συνταγματικό νόμο – που ουσιαστικά δίνει νομική ισχύ στις τροποποιήσεις – δεν θα μπορούσε να διατυπωθεί πιο ξεκάθαρα το ουσιαστικό: Οτι βασικός στόχος της συμφωνίας ΠΓΔΜ – Ελλάδας είναι η ένταξη της πρώτης στο ΝΑΤΟ.

Σημειώνεται επί λέξει: «Οι τροπολογίες αυτές (33, 34, 35, 36) αποτελούν συστατικό μέρος του Συντάγματος της Δημοκρατίας της Μακεδονίας και τίθενται σε ισχύ με τη θέση σε ισχύ της Τελικής Συμφωνίας για την επίλυση των διαφορών που περιγράφονται στις Αποφάσεις 817 (1993) και 845 (1993) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, για την παύση της ισχύος της Ενδιάμεσης Συμφωνίας του 1995 και για την εγκαθίδρυση στρατηγικής εταιρικής σχέσης μεταξύ των μερών και την κύρωση του Πρωτοκόλλου ένταξης στο ΝΑΤΟ από το Πρώτο Μέρος της Τελικής Συμφωνίας».

Ειδικότερα, μεταξύ των αλλαγών που δρομολόγησε στο Σύνταγμα της γειτονικής χώρας η συμφωνία των Πρεσπών, ξεχωρίζουν:

  • Η μετονομασία της χώρας σε «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας» και η αντικατάσταση της λέξης «Μακεδονία» από τις λέξεις «Βόρεια Μακεδονία» εκτός από το άρθρο 36 του Συντάγματος (αλλαγή με την τροπολογία 33).
  • Στην τροπολογία 35 επισημαίνεται πως «η Πολιτεία σέβεται την κυριαρχία, την εδαφική ακεραιότητα και την πολιτική ανεξαρτησία των γειτονικών κρατών».

Στον συνοδευτικό συνταγματικό εφαρμοστικό νόμο που συνοδεύει τις τροποποιήσεις ξεχωρίζουν:

  • Η αναφορά σε «μακεδονική ιθαγένεια» και στον καθορισμό του «πολίτη της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας». Ωστόσο, διευκρινίζεται πως στα προσωπικά έγγραφα και ταξιδιωτικά έγγραφα των (Σλαβομακεδόνων) πολιτών θα αναγράφεται στη «μακεδονική γλώσσα» και στην κυριλλική της γραφή. Στα προσωπικά και ταξιδιωτικά έγγραφα των πολιτών «που μιλούν επίσημη γλώσσα διαφορετική από τη μακεδονική γλώσσα και την κυριλλική της γραφή, θα αναγράφεται στη μακεδονική γλώσσα και την κυριλλική της γραφή και σε αυτήν τη γλώσσα και τη γραφή της, και το ίδιο θα ισχύει σε αυτήν τη γλώσσα σε όλους τους νόμους που πρέπει να εφαρμοστεί». Π.χ. για Αλβανούς της ΠΓΔΜ θα αναγράφεται η υπηκοότητα και στην κυριλλική και στη λατινική γραφή. Σημειώνεται επίσης ότι η «εναρμόνιση» των υφιστάμενων επίσημων εγγραφών στη νέα ονομασία της χώρας θα ολοκληρωθεί έως το 2024.
  • Στις αλλαγές της τελευταίας στιγμής συγκαταλέγεται και η αναφορά στην «κυριαρχία, την εδαφική ακεραιότητα και την πολιτική ανεξαρτησία των γειτονικών χωρών: Δημοκρατία της Αλβανίας, Δημοκρατία της Βουλγαρίας, Ελληνική Δημοκρατία, Δημοκρατία του Κοσσόβου και Δημοκρατία της Σερβίας».

Με τον τρόπο αυτό – και μάλιστα σε αναφορά που υποτίθεται ότι αφορά την υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητας γειτονικών κρατών – καταγράφεται στο Σύνταγμα η αναγνώριση του προτεκτοράτου του Κοσσυφοπεδίου, ώστε να αποφευχθούν «απρόβλεπτες εμπλοκές» μελλοντικά στην ένταξη της χώρας στους ευρωατλαντικούς θεσμούς (ΝΑΤΟ – ΕΕ), την οποία επιθυμούν όλα τα αστικά κόμματα, και ο Πρόεδρος της χώρας Γκιόργκι Ιβάνοφ, παρ’ όλη τη διαφωνία του στη συμφωνία.

Οι πρόσφατες ρωσικές αμφισβητήσεις της νομιμότητας των συνταγματικών τροπολογιών στη γειτονική χώρα και οι απειλές ότι θα θέσει το ζήτημα στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, αν μη τι άλλο, επιβεβαιώνουν το γεγονός της επικίνδυνης ενδοϊμπεριαλιστικής αντιπαράθεσης που θα κλιμακωθεί.

Άλλα σημαντικά άρθρα της συμφωνίας

Με βάση τη συμφωνία, η συζήτηση μιας σειράς ζητημάτων που άπτονται των αλυτρωτισμών παραπέμπεται σε μεταγενέστερο στάδιο. Π.χ. στο άρθρο 8 σημειώνεται ότι «εντός ενός μηνός από τη θέση σε ισχύ της παρούσης Συμφωνίας, τα μέρη θα συγκροτήσουν (…) μία Κοινή Διεπιστημονική Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων σε ιστορικά, αρχαιολογικά και εκπαιδευτικά θέματα, για να εξετάσει την αντικειμενική, επιστημονική ερμηνεία των ιστορικών γεγονότων (…) Θα εξετάσει και, εφόσον θεωρήσει κατάλληλο, θα αναθεωρήσει οιαδήποτε σχολικά εγχειρίδια και βοηθητικό σχολικό υλικό, όπως χάρτες, ιστορικούς άτλαντες, οδηγούς διδασκαλίας που χρησιμοποιούνται σε έκαστο από τα μέρη» κ.ά.

Την «τιμητική» τους στη συμφωνία έχουν και τα επιχειρηματικά σχέδια με έμφαση στη «διασυνδεσιμότητα» υποδομών και δικτύων της περιοχής, στην Ενέργεια και τις Μεταφορές, όπου η αστική τάξη της Ελλάδας βλέπει «πεδίον δόξης λαμπρόν» για τα συμφέροντά της, μέσα και από την προώθηση των αντίστοιχων σχεδίων των ΗΠΑ και την «ολοκλήρωση» της ευρωενωσιακής αγοράς.

Χαρακτηριστικά είναι όσα καταγράφονται στο άρθρο 14 της συμφωνίας: «Τα Συμβαλλόμενα Μέρη (…) θα αναπτύξουν και θα ενισχύσουν τη συνεργασία τους όσον αφορά στην Ενέργεια, ιδίως διά της κατασκευής, συντήρησης και χρήσης διασυνδεόμενων αγωγών φυσικού αερίου και πετρελαίου (υφιστάμενων, υπό κατασκευή και σχεδιαζόμενων) και όσον αφορά στις ΑΠΕ, περιλαμβανομένων των φωτοβολταϊκών, της αιολικής και της υδροηλεκτρικής ενέργειας. Πιθανά εκκρεμή ζητήματα θα αντιμετωπιστούν χωρίς καθυστέρηση, με τη σύναψη αμοιβαίως επωφελών διακανονισμών λαμβάνοντας σοβαρά υπόψιν την Ευρωπαϊκή Ενεργειακή Πολιτική και το ευρωπαϊκό κεκτημένο (…) θα βελτιώνουν συνέργειες στους τομείς των υποδομών και των μεταφορών, καθώς και, στη βάση της αμοιβαιότητας, στους τομείς των οδικών, σιδηροδρομικών, θαλάσσιων, αεροπορικών και επικοινωνιακών διασυνδέσεων, αξιοποιώντας τις καλύτερες διαθέσιμες τεχνολογίες και πρακτικές. Θα διευκολύνουν, επίσης, τη μεταξύ τους διαμετακόμιση αγαθών, φορτίων και προϊόντων μέσω των υποδομών, περιλαμβανομένων των λιμένων και των αερολιμένων στο έδαφος καθενός εκ των μερών».

Διαχρονική και κρυστάλλινη η θέση του ΚΚΕ

Με τη δημοσιοποίηση της συμφωνίας των Πρεσπών, το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ σημείωνε σε ανακοίνωσή του ότι αυτή «επιτεύχθηκε με την απροκάλυπτη παρέμβαση των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, έχει τη σφραγίδα τους και υπογράφτηκε με βάση τις προθεσμίες και τα χρονοδιαγράμματα που καθόρισαν αυτοί οι οργανισμοί, για να προχωρήσει η “ευρωατλαντική ολοκλήρωση” στα Δυτικά Βαλκάνια. Αυτός ο στόχος προκύπτει ξεκάθαρα από το κείμενο της συμφωνίας και δεν είναι τυχαίο ότι οι πρώτοι που έσπευσαν να τη χαιρετίσουν ήταν το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, το ΝΑΤΟ και η ΕΕ.

Γι’ αυτόν το λόγο, άλλωστε, η όλη διαδικασία επικεντρώθηκε στο όνομα της γειτονικής χώρας, ενώ μια σειρά από κρίσιμα ζητήματα, όπως η αντιμετώπιση του αλυτρωτισμού, με τις απαραίτητες αλλαγές στο Σύνταγμα της γειτονικής χώρας, όχι μόνο παραπέμπονται στο αβέβαιο μέλλον, αλλά η κατάσταση περιπλέκεται με την αποδοχή από την ελληνική κυβέρνηση των θέσεων περί “Μακεδόνα πολίτη” και “Μακεδονικής γλώσσας”, που αποτελούν το “σπέρμα” του αλυτρωτισμού. Κατά συνέπεια είναι μια συμφωνία που δεν μπορεί να εξασφαλίσει λύση προς όφελος του ελληνικού λαού, του λαού της γειτονικής χώρας και όλων των λαών της περιοχής».

Απαντώντας στους κυβερνητικούς ισχυρισμούς ότι δήθεν αυτή η συμφωνία θα διασφαλίσει την ειρήνη, τη συνεργασία και τη σταθερότητα στα Βαλκάνια και την ευρύτερη περιοχή, το ΚΚΕ σημείωνε ότι «είναι πέρα για πέρα ψευδείς, παραπλανητικοί και ανιστόρητοι. Παραγνωρίζεται και αποσιωπάται συνειδητά ότι το ΝΑΤΟ και η ΕΕ είναι παράγοντες ανασφάλειας και αλλαγής συνόρων, υποδαύλισης των εθνικισμών και των αλυτρωτισμών. Ιδιαίτερα οι λαοί των Βαλκανίων έχουν γνωρίσει στο πετσί τους την πολιτική των ιμπεριαλιστών όλα αυτά τα χρόνια.

Αποσιωπάται ότι η πορεία της Ελλάδας, της Τουρκίας, της Αλβανίας, του Μαυροβουνίου, της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στο ΝΑΤΟ και η επέκταση των σχεδιασμών της ΕΕ συνυπάρχουν με αμφισβήτηση συνόρων, παραβιάσεις κυριαρχικών δικαιωμάτων, ανακίνηση ακόμα και ανύπαρκτων μειονοτικών ζητημάτων σε βάρος των λαών της περιοχής. Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις αποτελούν το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα.

Αποσιωπάται, επίσης, ότι η ευρύτερη περιοχή βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα των ανταγωνισμών, γι’ αυτό και δυναμώνουν οι επεμβάσεις, η μετακίνηση ισχυρών στρατιωτικών δυνάμεων, η εγκατάσταση νέων στρατιωτικών βάσεων κ.λπ. Η ένταξη των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ είναι μέρος αυτών των συνολικών σχεδιασμών, στο πλαίσιο του ανταγωνισμού με άλλα ισχυρά κράτη, όπως η Ρωσία».

Για το ρόλο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, στην ανακοίνωση σημειωνόταν ότι «έχει εξελιχθεί στον καλύτερο σημαιοφόρο των σχεδιασμών του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στην περιοχή, για χάρη τμημάτων του ελληνικού κεφαλαίου που διεκδικούν μεγαλύτερα κέρδη από το ξαναμοίρασμα της περιοχής, από τη ληστεία και την εκμετάλλευση των λαών. Είναι η άλλη όψη της αντιλαϊκής πολιτικής στο εσωτερικό, που τσακίζει το εισόδημα και τα δικαιώματα του λαού.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, με το μανδύα του κοσμοπολιτισμού, αθωώνει το ρόλο του ιμπεριαλισμού, καλλιεργώντας την ψευδαίσθηση ότι η διεύρυνση των ιμπεριαλιστικών οργανισμών κατοχυρώνει την ειρήνη και τη φιλία των λαών. Παρά τη φαινομενική αντίθεσή του, συναντιέται και βοηθιέται από εθνικιστικές δυνάμεις, που αν και αντιδρούν στη συμφωνία, δεν αμφισβητούν την ενίσχυση του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στην περιοχή». Τέλος, το ΚΚΕ καλούσε τον ελληνικό λαό και τους λαούς της περιοχής «να δυναμώσουν την αλληλεγγύη και την κοινή πάλη κατά των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών, του εθνικισμού, κατά του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Να μην υπάρχει κανένας εφησυχασμός, όπως προσπαθεί να καλλιεργήσει η κυβέρνηση».

Οι θέσεις του ΚΚΕ επιβεβαιώθηκαν

Από την αρχή που προέκυψε το πρόβλημα το ΚΚΕ είχε ξεκάθαρη και κρυστάλλινη θέση και μόνο ως διαστρέβλωση της Ιστορίας μπορεί να θεωρηθεί κάθε αμφισβήτηση αυτού του γεγονότος.

Αυτή η θέση διατυπώθηκε το 1992 στις συσκέψεις των πολιτικών αρχηγών, όπου η τότε ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Αλ. Παπαρήγα, αρνήθηκε να υπογράψει κοινό ανακοινωθέν, σημειώνοντας τις αντιρρήσεις του Κόμματος στο να περιορίζεται το θέμα στο ονοματολογικό. Σημείωνε χαρακτηριστικά: «Είτε απαλειφθεί το όνομα είτε δεν απαλειφθεί είτε υπάρξει παραλλαγή του, τα προβλήματα για την Ελλάδα αλλά και για τους λαούς των Βαλκανίων θα υπάρχουν, θα γίνονται όλο και πιο έντονα, εφόσον συνεχίζεται επέμβαση ξένων δυνάμεων στα Βαλκάνια, ηγετικών χωρών της ΕΟΚ και των ΗΠΑ. Εφόσον συνεχιστεί η πολιτική του “διαίρει και βασίλευε”. Εφόσον χρησιμοποιούνται υπαρκτές αλλά και ανύπαρκτες μειονότητες ως μέσο επεμβάσεων και υποκίνησης εμφυλίου πολέμου, μέσω του οποίου δίνεται η δυνατότητα για τις μεγάλες δυνάμεις να κατακερματίζουν τα Βαλκάνια. Αυτή είναι η βασική αφετηριακή διαφωνία την οποία θέλαμε να την υπογραμμίσουμε για άλλη μια φορά και στη σημερινή σύσκεψη αλλά και δημόσια στον ελληνικό λαό».

Σε άρθρο στον «Ριζοσπάστη» στις 22 Σεπτέμβρη 1991, που υπέγραφε ο Δ. Κουτσούμπας, μέλος τότε της ΚΕ του Κόμματος, με τίτλο «ΚΚΕ: Στάση ευθύνης για τα εθνικά θέματα», αναφέρεται: «Το ΚΚΕ θεωρεί ότι πρέπει να αποκλειστεί στα Βαλκάνια κάθε επέμβαση από ξένη μη βαλκανική χώρα. Κι αυτό για τον εμφανή λόγο ότι τα Βαλκάνια αποτελούν πεδίο ανταγωνισμού βασικά της Γερμανίας και των ΗΠΑ. Οι χώρες αυτές υποθάλπουν και ενθαρρύνουν αποσχιστικές τάσεις (…) Δεν πρέπει να επιτρέψουμε οποιαδήποτε αμφισβήτηση συνόρων ιδιαίτερα μετά τις εξελίξεις στη γειτονική Γιουγκοσλαβία. Η θέση του ΚΚΕ είναι δεδομένη ότι δεν υπάρχει “μακεδονικό ζήτημα”».

Το 2006, σε δήλωσή του, ο Δ. Κουτσούμπας, μέλος τότε του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, για το ζήτημα της ονομασίας του αεροδρομίου των Σκοπίων, έλεγε: «Το παιχνίδι με την Ιστορία για την εξυπηρέτηση σύγχρονων πολιτικών σχεδίων έχει αποκτήσει πλέον γενικευμένο και επικίνδυνο χαρακτήρα. Η λύση για τους λαούς της Ελλάδας, της ΠΓΔΜ, όλης της περιοχής βρίσκεται μόνο στη φιλία, στη συνεργασία και την αλληλεγγύη, βρίσκεται μακριά από την ιμπεριαλιστική πολιτική του “διαίρει και βασίλευε”, βρίσκεται μακριά και έξω από τις ευρωατλαντικές δομές».

Το Φλεβάρη του 2008, η Αλ. Παπαρήγα, συνοδευόμενη από τον Δ. Κουτσούμπα, μέλος τότε του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, συναντιέται με την Ντ. Μπακογιάννη, υπουργό Εξωτερικών της κυβέρνησης της ΝΔ, η οποία την ενημέρωσε για το θέμα της ΠΓΔΜ. Εκεί η τότε ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ σημείωσε:

«Για άλλη μια φορά είπαμε στην κα Μπακογιάννη ότι παραμένουμε σταθεροί στη θέση που είχαμε διατυπώσει το 1992 για τις προϋποθέσεις που θα πρέπει να εκπληροί το όνομα της γειτονικής χώρας (…) Σήμερα μας απειλεί ενδεχομένως καινούρια φωτιά με τη δημιουργία αμερικανικών προτεκτοράτων στα Βαλκάνια. Ενα απ’ αυτά είναι και το Κοσσυφοπέδιο που ανεξαρτητοποιείται, αλλά και η ΠΓΔΜ. Κι αυτό που μας ανησυχεί, πάνω απ’ όλα κι ανεξάρτητα από το ποιο θα είναι το όνομα, είναι το γεγονός ότι οι λαοί των Βαλκανίων έχουν γίνει κλοτσοσκούφι στη διαπάλη, που γίνεται στην περιοχή, ηγετικών μεγάλων δυνάμεων, της ΕΕ, των ΗΠΑ και της Ρωσίας που μπήκε πρόσφατα με το ενεργειακό. Και σ’ αυτό το κλοτσοσκούφι είναι μπλεγμένη και η Ελλάδα, η οποία λόγω των δεσμεύσεών της έχει και τα λιγότερα εργαλεία για να αντιμετωπίσει τα όποια περίπλοκα προβλήματα υπάρχουν». Την επόμενη μέρα (21/02/2008) ο «Ριζοσπάστης» κυκλοφορεί με τίτλο: «Απειλητικές για τους λαούς οι εξελίξεις στα Βαλκάνια. ΚΑΙΝΟΥΡΙΑ ΦΩΤΙΑ με τη δημιουργία προτεκτοράτων από τους ιμπεριαλιστές». Στο κύριο θέμα διαβάζουμε: «Οσο για την ονομασία της ΠΓΔΜ, εάν και εφόσον περιέχει τον όρο Μακεδονία πρέπει να είναι απαρέγκλιτα ονομασία γεωγραφικού προσδιορισμού. Διότι αν δε θεωρηθεί γεωγραφικός, από κει και πέρα μπορεί να εγείρεται ζήτημα αλλαγής συνόρων, μακεδονικής εθνότητας, μειονότητας στην Ελλάδα».

Γκοτζαμάνηδες του διαδικτύου…

Από το πρωί της Παρασκευής διάφοροι λογαριασμοί του ΣΥΡΙΖΑ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης διέδιδαν αισχρά ψέματα περί δήθεν συμμετοχής του ΚΚΕ στα εθνικιστικά συλλαλητήρια της Κυριακής (20/1/2019). Ο κατήφορος του ψέματος δεν έχει πάτο. Να ξεκαθαρίσουμε τα εξής:

1) Το ΚΚΕ ποτέ δεν έχει συμμετάσχει σε εθνικιστικά συλλαλητήρια! Αντιθέτως ο πρόγονος του ΣΥΡΙΖΑ, ο «Συνασπισμός», συμμετείχε χέρι – χέρι με εθνικιστές, ακροδεξιούς και φασίστες το 1992 στα αντίστοιχα συλλαλητήρια, που δονούνταν από τις ιαχές «Φωτιά – φωτιά στα σκοπιανά σκυλιά». Μάλιστα, στελέχη του τότε «Συνασπισμού» δήλωναν ότι στα εθνικιστικά συλλαλητήρια συμμετείχαν «όλοι πλην Λακεδαιμονίων», αναφερόμενοι στη μη συμμετοχή του ΚΚΕ. Αν ψάχνουν για συμμετέχοντες στα εθνικιστικά συλλαλητήρια, να τους θυμίσουμε ότι τέτοιους είχαν στα διπλανά τους γραφεία στα υπουργεία μέχρι πριν λίγες μέρες.

2) Το ΚΚΕ είναι ενάντια στη συμφωνία των Πρεσπών γιατί είναι συνώνυμη με την ένταξη της γειτονικής χώρας στον δολοφονικό οργανισμό του ΝΑΤΟ (βλ. άρθρο 2). Δεν είναι τυχαίο ότι η «προοδευτική συμμαχία» των Τραμπ, Μέρκελ, Νετανιάχου, Μπους, Μαραντζίδη, Παπακώστα κ.λπ. πίνουν νερό στο όνομα της κυβέρνησης Τσίπρα, που κουνάει με σθένος τη σημαία του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, μετατρέποντας τη χώρα μας σε «μαγνήτη» πολεμικών επιθέσεων.

3) Μετά την επίσημη παραδοχή του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών ότι θα «αξιοποιηθούν» ΜΚΟ και ΜΜΕ για να μειωθεί ο «αντιαμερικανισμός» και «αντιΝΑΤΟισμός», μάλλον τα πληρωμένα τρολ του ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβαν ήδη δράση…

Όσοι απειλούν βουλευτές με μηνύματα και όσοι διαδίδουν ψέματα περί δήθεν συμμετοχής του ΚΚΕ σε εθνικιστικά συλλαλητήρια είναι στην ίδια μεριά: Γκοτζαμάνηδες μηνυμάτων τούς είπε η υπουργός της καταστολής, Ολγα Γεροβασίλη…

Κυβερνητική προπαγάνδα με στόχο τον εξωραϊσμό της συμφωνίας…

Από την πρώτη στιγμή που δρομολογήθηκε η αμερικανοΝΑΤΟικής κοπής διευθέτηση με την ΠΓΔΜ, τα κυβερνητικά επιτελεία επιδόθηκαν σε μια ατελείωτη προπαγανδιστική εκστρατεία, με στόχο είτε να κρύψουν το πραγματικό της περιεχόμενο, την υπηρέτηση των σχεδίων κεφαλαίου – ΗΠΑ – ΕΕ – ΝΑΤΟ, είτε να παρουσιάσουν τα σχέδια αυτά ως «προοδευτικά» και προς όφελος των λαών της περιοχής. Στην προσπάθεια αυτή επιστράτευσαν και συνεχίζουν να επιστρατεύουν όλα τα ΝΑΤΟικής έμπνευσης επιχειρήματα, ορισμένα από τα οποία παρουσιάζουμε παρακάτω.

  • «Με τη συμφωνία, η Ελλάδα αναβαθμίζει τη θέση της, γίνεται ηγέτιδα δύναμη στα Βαλκάνια, πυλώνας σταθερότητας στην περιοχή». Στην πραγματικότητα, πρόκειται για «αναβάθμιση» των επιδιώξεων και των στόχων των ελληνικών επιχειρηματικών ομίλων για νέα κερδοφόρα πεδία. Αυτό είναι, άλλωστε, το περιεχόμενο της λεγόμενης «γεωστρατηγικής αναβάθμισης», στόχο στον οποίο όμως ταυτίζονται όλα τα αστικά κόμματα, ανεξάρτητα απ’ το εάν σηκώνουν τη σημαία του κοσμοπολιτισμού ή του εθνικισμού. Αυτή η «αναβάθμιση» τι σημαίνει όμως για τον λαό; Σημαίνει βαθύτερη εμπλοκή στον ανταγωνισμό των ΗΠΑ – Ρωσίας στην περιοχή, σημαίνει αυξημένους κινδύνους από την όξυνση των αντιθέσεων. Το να γίνει η Ελλάδα «ηγετική δύναμη» στα Βαλκάνια, στην πραγματικότητα σημαίνει να γίνει στρατιωτικός – πολιτικός «μεντεσές» στους βρώμικους σχεδιασμούς των ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ, να μετατραπεί σε απέραντη αμερικανοΝΑΤΟική βάση, αναλαμβάνοντας μάλιστα και ρόλο «στρατολόγου», για να μαντρωθούν κι άλλοι λαοί σε ΝΑΤΟ και ΕΕ, όπως συμβαίνει στην περίπτωση των Σκοπίων. Αλλωστε, σε πρόσφατη έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, για την οποία γράφουμε αναλυτικά στις σελίδες 10 – 11, γίνεται ειδική αναφορά σε αυτόν το ρόλο που αναλαμβάνει η ελληνική κυβέρνηση στην περιοχή.

Αυτό όμως καμιά σχέση με «σταθερότητα» δεν έχει, μόνο περιπέτειες και αστάθεια σημαίνει, αφού η χώρα γίνεται στόχος επιθέσεων, εκτίθεται σε πρωτοφανείς κινδύνους, σε μια περίοδο που το καζάνι των αντιθέσεων βράζει.

Προς το συμφέρον του λαού είναι να παλέψει η Ελλάδα να γίνει από πρωταγωνιστής για την ισχυροποίηση του ΝΑΤΟ, παράγοντας κατά του ιμπεριαλισμού και του «διαίρει και βασίλευε», αντίθεσης στη δολοφονική μηχανή, αλληλεγγύης στους λαούς της περιοχής, για να γίνουν οι ίδιοι νοικοκύρηδες στις πατρίδες τους.

  • «Πρόκειται απλά για μια διμερή συμφωνία με την ΠΓΔΜ. Η είσοδος στο ΝΑΤΟ είναι επιλογή του λαού της γειτονικής χώρας». Όσοι τα λένε αυτά, προφανώς δεν έχουν διαβάσει τη συμφωνία των Πρεσπών, που μόλις στο άρθρο 2 περιγράφει βήμα – βήμα την πορεία ένταξης της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ. Αυτό είναι και όλο το «ζουμί» της συμφωνίας και όχι κάποια «παράπλευρη», «δευτερεύουσα» διάσταση, όπως λένε τα κυβερνητικά στελέχη. Βεβαίως, αυτοί μια χαρά την έχουν διαβάσει τη συμφωνία, απλά λένε ένα ακόμα τεράστιο ψέμα για να κρύψουν την ουσία. Και αυτό βέβαια επιβεβαιώνεται από παντού: Από το γεγονός ότι όλο το χρονοδιάγραμμα που ακολουθήθηκε στην υπογραφή της καθορίστηκε εξολοκλήρου από τη Σύνοδο Κορυφής της ιμπεριαλιστικής συμμαχίας τον περασμένο Ιούλη, από τις πιέσεις και την περατζάδα όλης της «αφρόκρεμας» των ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ, από την ίδια την ερώτηση που τέθηκε στο δημοψήφισμα στην ΠΓΔΜ για το εάν «Είστε υπέρ της εισόδου στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ με την αποδοχή της συμφωνίας ανάμεσα στη Δημοκρατία της Μακεδονίας και τη Δημοκρατία της Ελλάδας». Οσο για το λαό της γειτονικής χώρας και τη γνώμη του, έδειξαν πού την έχουν γραμμένη οι ιμπεριαλιστές, με τις πιέσεις, τα τελεσίγραφα, τους εκβιασμούς και τις παρεμβάσεις τους, αλλά και αγνοώντας ακόμα και το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος που οι ίδιοι έστησαν. Ετσι κι αλλιώς, η είσοδος στις ιμπεριαλιστικές ενώσεις σε όλες τις χώρες δεν είναι επιλογή των λαών, αλλά της αστικής τάξης της κάθε χώρας, για να υπηρετήσει τα δικά της συμφέροντα που είναι εχθρικά στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα.
  • «Η ισχυροποίηση του ΝΑΤΟ και της ΕΕ αποτελεί παράγοντα σταθερότητας και ειρήνης στην περιοχή». Ο ισχυρισμός αυτός της κυβέρνησης, όπως και όλων των αστικών κομμάτων, είναι τουλάχιστον προσβολή στα χιλιάδες θύματα των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων, στα εκατομμύρια των ξεριζωμένων, στους δεκάδες λαούς που έχουν ζήσει τη βαρβαρότητα των ιμπεριαλιστικών οργανισμών. Πολύ περισσότερο να λέγεται αυτό στα Βαλκάνια, όπου ΝΑΤΟ και ΕΕ πρωτοστάτησαν στη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, στην επαναχάραξη συνόρων, στη διαμόρφωση κρατών – προτεκτοράτων. Η πρόκληση μεγαλώνει ακόμα περισσότερο, αν αναλογιστεί κανείς ότι σήμερα το ΝΑΤΟ είναι ουσιαστικά σε φάση πολεμικής προπαρασκευής, στο πλαίσιο των οξυμένων ανταγωνισμών, όπως άλλωστε μαρτυρούν οι τελευταίες μεγάλες στρατιωτικές ασκήσεις του με δεκάδες χιλιάδες στρατού από όλες τις χώρες – μέλη του, ανάμεσά τους και από την Ελλάδα. Το ίδιο μαρτυρά π.χ. ο στόχος του ΝΑΤΟ για τα «τέσσερα τριαντάρια», για να διαμορφωθούν δηλαδή άμεσα 30 μηχανοκίνητα τάγματα, 30 αεροπορικές μοίρες και 30 πλοία μάχης έτοιμα να αναλάβουν δράση εντός 30 το πολύ ημερών. Το ίδιο μαρτυρά το δόγμα του ΝΑΤΟ για το πρώτο πυρηνικό πλήγμα. Την ίδια στιγμή, και η ΕΕ εντείνει τη στρατιωτικοποίησή της, διαμορφώνοντας δομές συμπληρωματικές του ΝΑΤΟ. Επομένως, η ισχυροποίηση του ΝΑΤΟ και της ΕΕ όχι μόνο δεν αποτελεί παράγοντα «σταθερότητας και ειρήνης», αλλά επιτάχυνση της πολεμικής προπαρασκευής, μεγαλύτερη εμπλοκή σε σχεδιασμούς που μυρίζουν μπαρούτι, απειλητικούς για όλους τους λαούς της περιοχής.
  • «Με τη συμφωνία κλείνει μια εκκρεμότητα, στην οποία η Ελλάδα ξοδεύει άσκοπα διπλωματικό κεφάλαιο που θα έπρεπε να αξιοποιήσει εκεί όπου υπάρχει πραγματικά κίνδυνος στα ανατολικά, απέναντι στην Τουρκία». Το «επιχείρημα» αυτό είναι τουλάχιστον αστείο, αφού ουσιαστικά λέει ότι η ένταξη στο ΝΑΤΟ μιας ακόμα χώρας στην περιοχή, της ΠΓΔΜ, θα βοηθήσει τάχα την Ελλάδα να υπερασπιστεί τα δικαιώματά της που αμφισβητούνται… από μια ΝΑΤΟική σύμμαχο, την Τουρκία. Η αντίφαση αυτή δείχνει τη λαθροχειρία ολκής που κάνει η κυβέρνηση: Η ιμπεριαλιστική συμμαχία του ΝΑΤΟ ούτε διασφάλισε ούτε πρόκειται να διασφαλίσει ποτέ την εδαφική ακεραιότητα, τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας, τα σύνορα, αλλά αντίθετα αποτελεί παράγοντα κινδύνων και υπονόμευσής τους. Η ένταξη στις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες και λυκοφιλίες κάθε άλλο παρά καταργεί τους ανταγωνισμούς και τις αντιθέσεις μεταξύ τους. Δεν έχει, άλλωστε, κανείς παρά να ρίξει μια ματιά στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, όπου η ΝΑΤΟική σύμμαχος Τουρκία οξύνει την επιθετικότητά της, προβάλλει τις πάγιες και απαράδεκτες διεκδικήσεις της, «γκριζάρει» νησιά και ολόκληρες περιοχές έως και την Κρήτη, με το ΝΑΤΟ να «κρατάει το φανάρι», μιλώντας για «διμερή ζητήματα» και διαφορές. Ούτε βέβαια η ένταξη στο ΝΑΤΟ, εδώ και μια δεκαετία, της Αλβανίας εμπόδισε σε τίποτα – το αντίθετο μάλιστα – τα αλυτρωτικά σχέδια περί «μεγάλης Αλβανίας» κ.ο.κ.

Οσο για το «διπλωματικό κεφάλαιο» σε ό,τι αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, η κυβέρνηση θέλει να το καταθέσει επίσης στο ευρω-ΝΑΤΟικό «ταμείο» εφόσον ΗΠΑ – ΝΑΤΟ της έχουν αναθέσει και το ρόλο ενός ακόμα «διαύλου» για την παραμονή της Τουρκίας στο ευρωατλαντικό στρατόπεδο. Αυτό, όπως δείχνουν και οι ίδιες οι εξελίξεις, σηματοδοτεί νέους μεγάλους κινδύνους: Είτε στην περίπτωση που οι σχέσεις Τουρκίας με ΗΠΑ – ΝΑΤΟ οξυνθούν παραπέρα με την Ελλάδα στην «πρώτη γραμμή» μιας σύγκρουσης, είτε στην περίπτωση ενός πρόσκαιρου συμβιβασμού, που, με μαθηματική ακρίβεια, θα «ακουμπάει» τα κυριαρχικά δικαιώματα Ελλάδας και Κύπρου.

  • «Η συμφωνία βάζει τέλος στον εθνικισμό και τον αλυτρωτισμό». Η κυβέρνηση προπαγανδίζει ξεδιάντροπα την παραπάνω αντιστροφή της πραγματικότητας, την ίδια στιγμή που το κείμενο της συμφωνίας των Πρεσπών περιλαμβάνει ανοιχτά αμφιλεγόμενα ζητήματα που διατηρούν τα σπέρματα του αλυτρωτισμού. Τέτοια είναι οι αναφορές περί ύπαρξης «μακεδονικού λαού» και «μακεδονικής γλώσσας». Παρά τις όποιες διευκρινίσεις έχουν γίνει το τελευταίο χρονικό διάστημα, δεν αλλάζουν την ουσία ότι τέτοιοι ισχυρισμοί και ερμηνείες μπορούν να αξιοποιηθούν στο μέλλον φουντώνοντας τους αλληλοτροφοδοτούμενους εθνικισμούς και αλυτρωτισμούς κατά το δοκούν, μεθοδεύοντας αλλαγές συνόρων και ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις. Αλλωστε, είναι τουλάχιστον ανοησία να πιστεύει κανείς ότι μια συμφωνία που φέρει τη σφραγίδα του ΝΑΤΟ μπορεί πράγματι να εξαλείψει τους αλυτρωτισμούς, τις συνθήκες εκείνες που υποδαυλίζουν αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις. Η αλήθεια αυτή επιβεβαιώνεται από τη σύγχρονη, πικρή πείρα των λαών στα Βαλκάνια, με το ΝΑΤΟ, τις ΗΠΑ και την ΕΕ να ενισχύουν τους εθνικισμούς στην περιοχή, ώστε τελικά να διαμελιστεί η Γιουγκοσλαβία, να φτιαχτεί το κράτος – προτεκτοράτο του Κοσσόβου. Σήμερα, μάλιστα, συζητιέται με τις ευλογίες των ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ η νέα αλλαγή συνόρων ανάμεσα σε Σερβία και Κόσσοβο. Η αλήθεια, λοιπόν, είναι ότι όπου βάζει το χέρι του το ΝΑΤΟ, οι λαοί δεν μπορούν να εφησυχάζουν, το αποτέλεσμα είναι διαμελισμένα κράτη, πόλεμος και προσφυγιά. Μια συμφωνία ΝΑΤΟικής κοπής όπως αυτή των Πρεσπών δεν μπορεί να αποτελέσει καμιά εγγύηση για τους λαούς ότι μπορούν να ζήσουν ειρηνικά και αδελφωμένα.

«Υψηλή εποπτεία» ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ

Η συμφωνία των Πρεσπών παρουσιάζεται από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ως μια «διμερής υπόθεση», που επιτεύχθηκε τάχα στη βάση της «καλής χημείας» ανάμεσα στους πρωθυπουργούς των δύο χώρων και της «τόλμης» τους να πάρουν «πολιτικά ρίσκα», έξω από οποιαδήποτε παρέμβαση τρίτου.

Το ίδιο το περιεχόμενο της συμφωνίας, ιδιαίτερα το άρθρο 2 που αφορά την πορεία ένταξης στο ΝΑΤΟ, όπως και τα πανηγύρια των ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ για την επίτευξη της συμφωνίας και στη συνέχεια την έγκρισή της από τη Βουλή της ΠΓΔΜ, αποτελούν από μόνα τους αποδείξεις ότι η συμφωνία Τσίπρα – Ζάεφ έχει αμερικανοΝΑΤΟική σφραγίδα.

Ιδιαίτερα αποκαλυπτικό ως προς αυτό είναι και το σύντομο ιστορικό που παρουσιάζει ο «Ριζοσπάστης» για το πώς φτάσαμε στη συμφωνία 26 σχεδόν χρόνια μετά την ανεξαρτητοποίηση της ΠΓΔΜ από την πρώην Ενιαία Γιουγκοσλαβία.

Οι διεργασίες εντάθηκαν μετά τις εκλογές του Δεκέμβρη του 2016 στην ΠΓΔΜ, όπου το κόμμα του Ν. Γκρούεφσκι, πρωθυπουργού των Σκοπίων τα τελευταία δέκα χρόνια, κέρδισε 51 έδρες (από τις 120) στο Κοινοβούλιο, δύο περισσότερες από το κόμμα του Ζάεφ. Ο Γκρούεφσκι δεν κατέληξε σε συνεργασία με τα αλβανικά κόμματα, πράγμα που έκανε ο Ζάεφ, αλλά ο Πρόεδρος της χώρας, Ιβάνοφ, προερχόμενος από το κόμμα του Γκρούεφσκι, αρνούνταν να του δώσει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης.

Τον Απρίλη του 2017 και ενώ βρισκόταν σε εξέλιξη η διαδικασία ανάδειξης Αλβανού προέδρου της Βουλής, σε συνεργασία των αλβανικών κομμάτων και του κόμματος του Ζάεφ, οπαδοί του εθνικιστή Γκρούεφσκι εισέβαλαν στο Κοινοβούλιο και προπηλάκισαν μεταξύ άλλων και τον ίδιο τον Ζάεφ.

Ηταν τότε που ο σημερινός πρωθυπουργός της ΠΓΔΜ δήλωνε: «Σε ό,τι αφορά την αυξημένη στρατιωτική παρουσία και τις δηλώσεις του Ρώσου υπουργού Εξωτερικών, καθώς και τις δραστηριότητες της πρεσβείας τους στη χώρα, η ρωσική επιρροή είναι ήδη αισθητή εδώ. Μεταξύ των κατοίκων υπάρχει μια τάση να μειώνεται η στήριξη στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Το ποσοστό αυτής της μείωσης είναι πολύ μικρό, αλλά παρ’ όλα αυτά υπάρχει. Θεωρώ ότι αν δεν ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα, όπως έχει γίνει και στο παρελθόν, σε ό,τι αφορά το χαμηλό ενδιαφέρον της ΕΕ και των ΗΠΑ σε αυτήν την περιοχή, η Ρωσική Ομοσπονδία θα έχει περισσότερο χώρο να επιβάλει τα συμφέροντά της».

Τα επεισόδια καταγγέλθηκαν ακαριαία από τον γγ του ΝΑΤΟ, ο οποίος κάλυψε πλήρως τις κινήσεις της αντιπολίτευσης, δηλώνοντας: «Η πλειοψηφία των βουλευτών εξέλεξε νέο πρόεδρο του Κοινοβουλίου. Πρόκειται για ένα θετικό βήμα για την επίλυση του τρέχοντος πολιτικού αδιεξόδου. Η δημοκρατική διαδικασία πρέπει να γίνεται σεβαστή».

Διαφορετική ήταν φυσικά η «ανάγνωση» της Ρωσίας. Τις μέρες των γεγονότων στα Σκόπια, το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών εγκαλούσε τους «ξένους παράγοντες» για ανάμειξη στα εσωτερικά της ΠΓΔΜ και επέρριπτε ευθύνες στην αντιπολίτευση, για την οποία ανέφερε ότι «αφού έχασε με βάση τα αποτελέσματα των βουλευτικών εκλογών, επιχείρησε ουσιαστικά να καταλάβει βίαια την εξουσία στη χώρα, εκλέγοντας με δική της πρωτοβουλία τον πρόεδρο της Συνέλευσης (Βουλής), παραβιάζοντας ωμά τις υπάρχουσες διαδικασίες».

Οι εξελίξεις που ακολούθησαν, μετά τα επεισόδια στο Κοινοβούλιο, ήταν ραγδαίες, με την ανοιχτή παρέμβαση του αμερικανικού παράγοντα. Στις 30 Απρίλη 2017 πήγε στα Σκόπια ο αναπληρωτής βοηθός υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ για θέματα Ευρώπης και Ευρασίας, Χόιτ Μπράιαν Γι, και λίγες μέρες μετά, ο Πρόεδρος της ΠΓΔΜ έδινε τελικά εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στο κόμμα του Ζάεφ, η κυβέρνηση του οποίου αναγνωρίστηκε και χαιρετίστηκε από ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ.

Καθόλου τυχαία, οι πρώτες επίσημες συναντήσεις του νέου πρωθυπουργού ήταν με τον γγ του ΝΑΤΟ, Γ. Στόλτενμπεργκ, και με την επικεφαλής της ΕΕ για την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Ασφάλεια, Φεντερίκα Μογκερίνι.

Σαν έτοιμοι από καιρό…

Κάπου εδώ έρχεται να «κουμπώσει» η διαθεσιμότητα της κυβέρνησης Τσίπρα – Καμμένου να αναλάβει δραστικό ρόλο στην επιτάχυνση της «ευρωατλαντικής ολοκλήρωσης», προωθώντας μεταξύ άλλων και τη διευθέτηση των διαφορών με την ΠΓΔΜ. Τον Ιούνη του 2017 έγινε συνάντηση του Ελληνα ΥΠΕΞ, Ν. Κοτζιά, και του ΥΠΕΞ της ΠΓΔΜ, Ν. Ντιμιτρόφ, ενώ επανενεργοποιήθηκε ο Αμερικανός διαμεσολαβητής του ΟΗΕ Μάθιου Νίμιτς.

Τον Αύγουστο του 2017, ενώ εντατικοποιούνταν οι επαφές των δύο υπουργών, με την «υψηλή εποπτεία» των ΝΑΤΟ – ΕΕ, ο Ζάεφ υπέγραψε Σύμφωνο Φιλίας με τη Βουλγαρία. Το 2018 πύκνωσαν ακόμα περισσότερο οι συναντήσεις. Στα τέλη Γενάρη, στο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός, έγινε συνάντηση Τσίπρα – Ζάεφ και ακολούθησε ένα μπαράζ επισκέψεων αξιωματούχων της ΕΕ στα Σκόπια, όπως του προέδρου της Κομισιόν Ζ. – Κλ. Γιούνκερ, της Γερμανίδας καγκελαρίου, Αγκ. Μέρκελ, του Προέδρου της Γερμανίας, Φ. Σταϊνμάγερ.

Ιδιαίτερο ρόλο ανέλαβε ο Αμερικανός υφυπουργός Εξωτερικών αρμόδιος για θέματα Ευρώπης και Ευρασίας, Γουές Μίτσελ, που το Μάρτη του 2018 έθεσε το ζήτημα να τελειώνουν οι διαφορές, με ορόσημο τη σύνοδο των ΥΠΕΞ του ΝΑΤΟ, με προοπτική τον Ιούλη του ίδιου χρόνου, στη Σύνοδο Κορυφής της ιμπεριαλιστικής συμμαχίας, να δοθεί στην ΠΓΔΜ το «πράσινο φως» για ένταξη στο ΝΑΤΟ. Είναι φανερό, δηλαδή, ότι ο στόχος ένταξης της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ ήταν αυτός που καθόρισε όχι μόνο το περιεχόμενο, αλλά και το χρονοδιάγραμμα της συμφωνίας.

Παρεμβαίνοντας σ’ αυτόν το σχεδιασμό, ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, Σεργκέι Λαβρόφ, δήλωνε την ανησυχία του για την επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς, σημειώνοντας σε δήλωσή του εκείνη την εποχή: «Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, πραγματοποιήθηκαν τρία κύματα επέκτασης του ΝΑΤΟ και το καθένα έφερε τη στρατιωτική υποδομή του ΝΑΤΟ πιο κοντά στα σύνορα της Ρωσίας. Τώρα θέλουν να εμπλέξουν τα Βαλκάνια σε αυτό το παιχνίδι, βάζοντας τις βαλκανικές χώρες σε θέση να κάνουν μια επιλογή: “Είστε είτε με τη Δύση είτε με τη Ρωσία”». Ο ίδιος υπενθύμιζε με νόημα ότι «απαιτούσαν από την Ουκρανία να κάνει την ίδια επιλογή και ως αποτέλεσμα η ουκρανική κοινωνία και το κράτος θρυμματίστηκαν…».

Δημοψήφισμα και μπαράζ παρεμβάσεων

Μετά από σειρά πυκνών επαφών ανάμεσα στις κυβερνήσεις Ελλάδας και ΠΓΔΜ, φτάσαμε τελικά στην υπογραφή της συμφωνίας των Πρεσπών στις 17 Ιούνη 2018, η οποία προέβλεπε, μεταξύ άλλων, και τη διενέργεια μη δεσμευτικού δημοψηφίσματος στην ΠΓΔΜ για την έγκρισή της, πριν εκκινήσουν οι προβλεπόμενες συνταγματικές αλλαγές.

Το δημοψήφισμα έγινε στις 30 Σεπτέμβρη και το ερώτημα που τέθηκε ήταν αποκαλυπτικό για τις επιδιώξεις των εμπνευστών της συμφωνίας: «Είστε υπέρ της ένταξης (σ.σ. της χώρας) στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ, με την αποδοχή της συμφωνίας μεταξύ της Δημοκρατίας της Μακεδονίας και της Ελληνικής Δημοκρατίας;».

Το διάστημα πριν από το δημοψήφισμα, Αμερικανοί και Ευρωπαίοι αξιωματούχοι έκαναν τα Σκόπια δεύτερο σπίτι τους, με τις επισκέψεις να διαδέχονται η μία την άλλη, παρεμβαίνοντας απροκάλυπτα υπέρ του ΝΑΙ στο δημοψήφισμα, τονίζοντας πάντα ότι χωρίς αυτό δεν υπάρχει προοπτική ένταξης της ΠΓΔΜ στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ.

Τελικά, παρά τη μεγάλη αποχή, που έφτασε το 63,1%, το ΝΑΙ στο δημοψήφισμα πήρε 91,46%. Το αποτέλεσμα αυτό νομιμοποιήθηκε «εν ριπή οφθαλμού» από ΝΑΤΟ και ΕΕ, παρά τις αντιδράσεις και την αμφισβήτησή του από την αντιπολίτευση. Ο δρόμος για τη δεύτερη φάση υλοποίησης της συμφωνίας, μέσω των συνταγματικών αλλαγών, είχε ανοίξει.

Η διαδικασία αυτή ξεκίνησε στη Βουλή της ΠΓΔΜ τον Οκτώβρη του ίδιου χρόνου και στις 19/10, εν μέσω καταγγελιών και αποκαλύψεων για όργιο πιέσεων, εκβιασμών και εξαγορών, με ενεργό ρόλο του πρέσβη των ΗΠΑ στα Σκόπια, Τζες Μπέιλι, που είχε πιάσει στασίδι στη Βουλή, η κυβέρνηση Ζάεφ πήρε την έγκριση των 2/3 της 120μελούς Βουλής να ξεκινήσει τη συζήτηση των συνταγματικών αλλαγών.

Το κόμμα της κυβέρνησης «Σοσιαλδημοκρατική Ενωση» και σύμμαχα αλβανικά κόμματα άθροισαν 72 βουλευτές. Σ’ αυτούς προστέθηκαν 8 που έφυγαν από το VMRO – DPMNE. Ετσι σχηματίστηκε η απαραίτητη πλειοψηφία των 80 βουλευτών.

Βαθύ παρασκήνιο σε ΠΓΔΜ και Ελλάδα

Στις 18 Δεκέμβρη 2018 κατέφθασε στα Σκόπια ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Τζον Σάλιβαν, ο οποίος απροκάλυπτα είπε ότι «το επίκεντρο της επίσκεψής μου στην περιοχή είναι η αντιμετώπιση της κακόβουλης επιρροής της Ρωσίας (…) αυτό που θέλουν οι πολιτικοί ηγέτες και οι πολίτες της “Δημοκρατίας της Μακεδονίας” είναι η ένταξη στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ».

Κάπως έτσι φτάσαμε τελικά, μετά από αρκετές αναβολές και παζάρια, στις 11 Γενάρη 2019, οπότε με 81 ψήφους βουλευτών πέρασαν οι συνταγματικές τροποποιήσεις που απαιτούνταν από τη συμφωνία των Πρεσπών, με βασικό στόχο την ένταξη της ΠΓΔΜ σε ΝΑΤΟ και ΕΕ με το όνομα Βόρεια Μακεδονία. Η συνταγματική αναθεώρηση χαιρετίστηκε από τον ευρωατλαντικό άξονα, ενώ άμεση ήταν η αντίδραση και πάλι του ρωσικού ΥΠΕΞ που σημείωνε: «Είναι εμφανής η συνέχιση της επιβεβλημένης έξωθεν διαδικασίας τεχνητής αναδιαμόρφωσης της κρατικής ονομασίας με σκοπό να σύρουν εξαναγκαστικά τα Σκόπια στο ΝΑΤΟ».

Στην ανακοίνωση αυτή γινόταν και ιδιαίτερη αναφορά στο ρόλο της ελληνικής κυβέρνησης, με την επισήμανση ότι «δεν συνάδει με το επίπεδο που χαρακτηρίζει τις σχέσεις Ελλάδας – Ρωσίας και τους διαχρονικούς δεσμούς φιλίας μεταξύ των λαών μας».

Εχοντας εκπληρώσει την αποστολή της, να αφαιρέσει κάθε εμπόδιο στην «ευρωατλαντική ολοκλήρωση» των Βαλκανίων υπογράφοντας συμφωνία με την ΠΓΔΜ, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ στήριξε με όλα τα μέσα τη διαδικασία έγκρισης των συνταγματικών αλλαγών στη γείτονα χώρα, χαιρετίζοντας πρώτη, πριν ακόμα και από το ΝΑΤΟ, την ολοκλήρωση της διαδικασίας, πριν από λίγες μέρες.

Τώρα, η μπάλα επιστρέφει στο γήπεδο της Ελλάδας και ένα πράγμα είναι βέβαιο: Οτι το παρασκήνιο οργιάζει, όπως δείχνουν η έντονη κινητικότητα των Αμερικανο-ευρωπαίων στη χώρα μας, με πιο πρόσφατη την επίσκεψη της Μέρκελ, οι αλλεπάλληλες παρεμβάσεις του Αμερικανού πρέσβη, προκειμένου η συμφωνία να βρει τη μεγαλύτερη δυνατή αποδοχή από το ελληνικό Κοινοβούλιο και οι διεργασίες που πυροδοτεί σε όλα τα αστικά κόμματα, καθώς αναμένεται η έναρξη της συζήτησης.

Επιταχύνεται η αναμόρφωσή του αστικού πολιτικού συστήματος με «καταλύτη» τη συμφωνία των Πρεσπών

Με «κινούμενη άμμο» μοιάζει το αστικό πολιτικό σύστημα, του οποίου την αναμόρφωση ήρθε να επιταχύνει η συμφωνία των Πρεσπών, υποδαυλίζοντας διεργασίες στα κόμματα της αστικής διαχείρισης. Το προαναγγελθέν «διαζύγιο» του ΣΥΡΙΖΑ με τον επί 4 χρόνια ακροδεξιό του εταίρο την Κυριακή 13/1/2019 ακολούθησαν παζάρια σε προσκήνιο και παρασκήνιο, μετακινήσεις στελεχών από αστικό κόμμα σε αστικό κόμμα, και «όχημα» σε κάθε περίπτωση την προϋπάρχουσα στρατηγική σύμπλευση των κομμάτων τους στην κατεύθυνση που προστάζουν τα συμφέροντα του εγχώριου κεφαλαίου αλλά και οι ευρωατλαντικοί σχεδιασμοί.

Στο φόντο αυτό, η κυβέρνηση απέσπασε ψήφο εμπιστοσύνης από 151 βουλευτές, το βράδυ της Τετάρτης. Σε αυτούς της συμπολίτευσης προστέθηκαν 4 βουλευτές των ΑΝΕΛ (Ελ. Κουντουρά, Θ. Παπαχριστόπουλος, Κ. Ζουράρις και Β. Κόκκαλης), δύο εκ των οποίων (οι Κοντουρά και Κόκκαλης) είχαν ήδη διαγραφεί απ’ το κόμμα τους, καθώς αρνήθηκαν να παραδώσουν τα χαρτοφυλάκιά τους, 1 πρώην βουλευτής της ΝΔ (Κ. Παπακώστα) και 1 του Ποταμιού (Σπ. Δανέλλης) που επίσης διαγράφτηκε απ’ την Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματος. Την Πέμπτη την αποχώρησή της απ’ τους ΑΝΕΛ ανακοίνωσε και η Μ. Χρυσοβελώνη, που όμως δεν είναι βουλευτής αλλά υπουργός.

Για να λέμε του στραβού το δίκιο, η απόσταση που χρειάστηκε να διανύσουν ήταν μηδαμινή, εξ ου και η ευκολία με την οποία έγιναν οι μεταπηδήσεις, δίχως να αποκλείονται κι άλλες ενόψει της έλευσης στη Βουλή προς ψήφιση της συμφωνίας των Πρεσπών.

Είναι μετακινήσεις που επιβεβαιώνουν ότι τα κόμματά τους μοιράζονται τις ίδιες «αγωνίες», υπηρετούν την ίδια αντιλαϊκή στρατηγική, που δεν είναι άλλη από τη θωράκιση της κερδοφορίας του κεφαλαίου, το φόρτωμα θυσιών διαρκείας στο λαό για να εξασφαλίζονται η σταθερότητα στην καπιταλιστική ανάπτυξη, η προσήλωση στους στόχους «γεωστρατηγικής αναβάθμισης» της αστικής τάξης, που μετατρέπει τη χώρα σε απέραντη αμερικανοΝΑΤΟική βάση.

Πάνω σ’ αυτό το έδαφος, ο «κοσμοπολίτης» εύκολα συναντά τον εθνικιστή, ο «αντιμνημονιακός» γίνεται μνημονιακός εν ριπή οφθαλμού, ο «προοδευτικός» υπηρέτης της αντιλαϊκής πολιτικής απέχει «ένα τσιγάρο δρόμο» από τον «συντηρητικό», οι ανακατατάξεις και οι μεταξύ τους μεταγραφές γίνονται πια συνήθεια.

Ηταν αυτό ακριβώς που ανέδειξε ο πρωθυπουργός με την παρέμβασή του στο κλείσιμο των εργασιών της Βουλής το βράδυ της Τετάρτης, όταν απευθυνόμενος στους επικεφαλής των άλλων αστικών κομμάτων, τους υπέδειξε να μη μιλούν με ευκολία περί «αποστατών» και «κυβέρνησης – κουρελού» και να αντιληφθούν ότι «το πολιτικό σύστημα αλλάζει γιατί αλλάζουν οι συνθήκες», αναδιατάσσεται δηλαδή κάθε φορά σύμφωνα με τα προτάγματα και τις ανάγκες του κεφαλαίου, και στη βάση αυτών επανατοποθετούνται κάθε φορά τα αστικά πολιτικά κόμματα, αλλά και οι κάλπικες διαχωριστικές γραμμές μεταξύ τους για τον εγκλωβισμό του λαού.

«Εγκαινιάζοντας» δηλαδή, 4 ακριβώς χρόνια απ’ όταν ο ΣΥΡΙΖΑ αναλάμβανε από το κεφάλαιο το χρίσμα της αστικής διαχείρισης για να υπηρετήσει με τη σημαία του «αντιμνημονιακού» όλα τα βρώμικα σχέδια κεφαλαίου – ΗΠΑ – ΕΕ – ΝΑΤΟ, το νέο διπολικό αφήγημα που θα ξεδιπλωθεί γύρω από την εξίσου κάλπικη διαχωριστική γραμμή περί «προόδου» και «συντήρησης», «επαναφοράς της διαχωριστικής γραμμής ανάμεσα σε αριστερά και δεξιά».

Σε μια τέτοια βάση, ο Αλ. Τσίπρας «προειδοποιούσε» στις 13/1/2019 από το βήμα της εκδήλωσης για τις Πρέσπες τις υπόλοιπες δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας ότι πρέπει να τοποθετηθούν πάνω στα νέα προτάγματα που βάζει η αστική τάξη και η κυβέρνηση παρουσιάζει με τον φερετζέ της «προόδου», λέγοντας ότι «όσο συνεχίζουμε να κωλυσιεργούμε και να προτάσσουμε τις διαφωνίες μας (…) τόσο αφήνουμε χώρο για την ακόμη μεγαλύτερη ενδυνάμωση του ακραίου συντηρητισμού» και εκφράζοντας την ετοιμότητα του κόμματός του «να γίνει ξανά καταλύτης» για τη διαμόρφωση των μελλοντικών σχημάτων αστικής διαχείρισης, «να γίνει ο κορμός μιας νέας ενωτικής διαδικασίας αριστερής και προοδευτικής συμπαράταξης» με τις υπόλοιπες δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας, για «τις μεγάλες κοινωνικές και πολιτικές μάχες» και αποστολές του κεφαλαίου το επόμενο διάστημα.

Πρώτος βασικός σταθμός στην πορεία αυτή είναι η αμερικανοΝΑΤΟικής κοπής συμφωνία των Πρεσπών, που ήδη προ της ψήφισής της αξιοποιείται από την κυβέρνηση ως «καταλύτης» για τον διεμβολισμό των «όμορων» σχημάτων της σοσιαλδημοκρατίας, του ΚΙΝΑΛ και του Ποταμιού, το «ξέπλυμα» διαφόρων γνωστών και μη εξαιρετέων στελεχών προηγούμενων αντιλαϊκών κυβερνήσεων, αλλά και το «άνοιγμα» του ΣΥΡΙΖΑ σε δυνάμεις του λεγόμενου «Κέντρου», αξιοποιώντας και την αντίφαση της ΝΔ, που διαφωνεί με τη συμφωνία που υπαγόρευσαν οι ευρωατλαντικοί σχεδιασμοί με τους οποίους συμφωνεί.

Σε αυτό το πλαίσιο, εξάλλου, στην απόφασή της η Πολιτική Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ, που συνεδρίασε την περασμένη Παρασκευή, σημειώνει ότι «η συμφωνία των Πρεσπών λειτουργεί ως καταλύτης για την αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού και θέτει στην πράξη τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην πρόοδο και τη συντήρηση» και απευθύνεται «στις πολιτικές δυνάμεις του ευρύτερου προοδευτικού χώρου, αλλά και σε κάθε βουλευτή τους ξεχωριστά», προειδοποιώντας τους ότι «η στοίχιση πίσω από τη Νέα Δημοκρατία της ακροδεξιάς ρητορικής για ένα τόσο κρίσιμο εθνικό θέμα αποτελεί στρατηγικό λάθος με ιστορικές συνέπειες».

Το έργο, με παραλλαγές στα ονόματα των πρωταγωνιστών, το έχει ξαναδεί ο ελληνικός λαός, αφού δεν είναι η πρώτη φορά που στήνεται το «δόκανο» της αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος με «τυράκι» νέα, δήθεν άφθαρτα σχήματα, που στην πράξη υπηρέτησαν με το πάθος της …νεανικής τους ορμής την αντιλαϊκή πολιτική, με «ανακύκλωση» κάθε λογής φθαρμένων «υλικών» του αστικού πολιτικού συστήματος, με «νέα» δίπολα που βρωμάνε ναφθαλίνη από χιλιόμετρα, για να αποκαλυφθούν γρήγορα ότι απλά λειτουργούν ως φερετζές για να κρύβεται η ταύτιση όλων των αστικών πολιτικών δυνάμεων στα βασικά για το κεφάλαιο ζητούμενα και στην αντιλαϊκή επίθεση, με κάλπικα όσο και εκβιαστικά προς το λαό διλήμματα.

Το πραγματικό δίλημμα, από τη σκοπιά των συμφερόντων του λαού, είναι ένα: Θα συνεχίσουμε στον ίδιο δρόμο, που αποδεδειγμένα φέρνει νέα δεινά και καταστροφές, ή θα αντεπιτεθούμε μαζικά και δυναμικά παντού, ώστε να αλλάξει ριζικά αυτό το σάπιο εκμεταλλευτικό σύστημα; Ο ελληνικός λαός δεν έχει άλλο χρόνο για χάσιμο, αναζητώντας τις όποιες επιμέρους διαφορές ανάμεσα σε κόμματα και κυβερνήσεις ίδιας κοπής που τσακίζουν τη ζωή του. Μπορεί να κάνει την πραγματική «διαφορά», ισχυροποιώντας το ΚΚΕ, για να δυναμώσουν η διεκδίκηση, η ελπίδα, ο στόχος της ριζικής ανατροπής.

Χάντρα στο κομπολόι των διευθετήσεων ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ στα Βαλκάνια

Καθημερινά επιβεβαιώνεται ότι η συμφωνία των Πρεσπών, στο πλαίσιο του ευρωατλαντικού σχεδιασμού στην περιοχή, προορίζεται να αποτελέσει «πρότυπο» και μέσο πίεσης για άλλες διευθετήσεις, με τη σφραγίδα των ΑμερικανοΝΑΤΟικών, ιδιαίτερα στο ζήτημα του Κοσσυφοπεδίου, που αποτελεί ευρωΝΑΤΟικό προτεκτοράτο.

Μάλιστα, ο σοσιαλδημοκράτης Πρόεδρος της ΠΓΔΜ Ζόραν Ζάεφ το διατύπωσε με σαφήνεια σε συνέντευξή του στην «Εφημερίδα των Συντακτών», ότι οι ηγέτες στα δυο αυτά κράτη «μετά την εφαρμογή της συμφωνίας των Πρεσπών θα είναι περισσότερο εκτεθειμένοι για να βρουν λύση».

Εδειξε και με αυτόν τον τρόπο ότι στο ρευστό περιβάλλον της Βαλκανικής, όπου συγκρούονται ισχυρά γεωπολιτικά συμφέροντα, η συμφωνία Τσίπρα – Ζάεφ δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια χάντρα στο κομπολόι των διευθετήσεων που προωθεί ο αμερικανοΝΑΤΟικός παράγοντας, για να κατοχυρώσει και να επεκτείνει τα συμφέροντά του στην περιοχή, βάζοντας «πάγο» στην επιρροή της Ρωσίας και άλλων δυνάμεων.

Ακόμα πιο προωθημένα το διατύπωσε ο λεγόμενος Πρόεδρος του Κοσσόβου, Χασίμ Θάτσι, πρώην ηγέτης του ΟΥΤΣΕΚΑ, που εμφανίστηκε να χαιρετίζει την ψήφιση της συμφωνίας των Πρεσπών στο Κοινοβούλιο των Σκοπίων στις 11 Γενάρη: «Το έτος 2019 θα πρέπει να είναι έτος μεγάλων αποφάσεων και για το Κόσσοβο. Το έτος κατά το οποίο η αιώνια σύγκρουση μεταξύ Κοσσόβου και Σερβίας πρέπει να τερματιστεί με μια οριστική και συνολική συμφωνία για την ειρήνη και την εξομάλυνση των διακρατικών σχέσεων».

Είναι ενδεικτικό ότι στο νέο παζάρι που επιχειρείται να στηθεί ανάμεσα στη Σερβία και την ηγεσία του Κοσσυφοπεδίου, όπου μέχρι τώρα στις διαπραγματεύσεις ρόλο διαμεσολαβητή έχει η ΕΕ, η αμερικανική κυβέρνηση διεκδικεί να παίξει πιο ενεργό ρόλο. Θυμίζουμε ότι ανάμεσα στα σενάρια που προκρίνονται, είναι και αυτό της ανταλλαγής εδαφών ανάμεσα σε Σερβία και Κόσσοβο, που σημαίνει αλλαγή συνόρων, ανοίγοντας τον «ασκό του Αιόλου» για φαινόμενο ντόμινο στη Βαλκανική, με πιθανή επόμενη εστία κρίσης τη Βοσνία – Ερζεγοβίνη.

Η Σερβία βρίσκεται στο στόχαστρο των ΕυρωΝΑΤΟικών, καθώς αποτελεί κρίκο στα σχέδιά τους για ανάσχεση της επιρροής της Ρωσίας στα Βαλκάνια και περικύκλωσής της από την πολεμική μηχανή του ΝΑΤΟ. Γι’ αυτό αυξάνονται με κάθε τρόπο οι πιέσεις να ενταχθεί η χώρα στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ, διευθετώντας τις εκκρεμότητες με το Κόσσοβο, μέσα από σκληρά παζάρια, στα οποία παρεμβαίνει και η Ρωσία, αξιοποιώντας τους ισχυρούς ιστορικούς, οικονομικούς και πολιτικούς δεσμούς που διατηρεί με τη Σερβία.

Η επίσκεψη Πούτιν στο Βελιγράδι τη βδομάδα που μας πέρασε, το πλήθος των οικονομικών συμφωνιών που υπογράφτηκαν και οι προειδοποιήσεις για την επιθετική διάταξη του ΝΑΤΟ στην περιοχή, το επιβεβαιώνουν.

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, με το «έμπα» της νέας χρονιάς, ο Αμερικανός Πρόεδρος, Ντ. Τραμπ, έστειλε επιστολή προς τους Προέδρους της Σερβίας, Αλεξάνταρ Βούτσιτς, και του Κοσσυφοπεδίου, Χασίμ Θάτσι, καλώντας τους να προχωρήσουν σε συμφωνία έως την άνοιξη, που θα μπορούσε να υπογραφεί στον Λευκό Οίκο στην Ουάσιγκτον.

Στην ίδια κατεύθυνση δραστηριοποιείται έντονα ο υφυπουργός Εξωτερικών για τις Ευρωπαϊκές και Ευρασιατικές Υποθέσεις, με αρμοδιότητα στα Βαλκάνια και το Αιγαίο, Μάθιου Πάλμερ, με προσόν την 20ετή γνώση των Βαλκανίων (στην πρεσβεία στη Σερβία, μιλάει Σερβικά και Ελληνικά).

Αυτή η κινητικότητα, που αναμένεται να ενταθεί το επόμενο διάστημα, αλλά και η θερμή υποδοχή που συνάντησε από τους Κοσσοβάρους η πρωτοβουλία Τραμπ, οδήγησαν τον Σέρβο υπουργό Εξωτερικών, Ιβιτσα Ντάσιτς, να δηλώσει ότι αν εμπλακούν στις διαβουλεύσεις οι ΗΠΑ, η χώρα του θα ζητήσει τη συμμετοχή της Ρωσίας και της Κίνας, προαναγγέλλοντας επί της ουσίας νέα ένταση του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού με επίκεντρο τα Βαλκάνια.

Αυτό επιβεβαιώνουν άλλωστε και οι δηλώσεις του Ρώσου Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν, κατά την επίσκεψή του στο Βελιγράδι την Πέμπτη, ότι η Ρωσία είναι πρόθυμη να παίξει ρόλο μεσολαβητή στο παζάρι Σερβίας – Κοσσυφοπεδίου, ενώ κατηγόρησε την κοσσοβάρικη ηγεσία, αλλά και τη Δύση που την στηρίζει, ότι «δυναμιτίζει τη σταθερότητα στην περιοχή, με αποφάσεις όπως αυτές της δημιουργίας “στρατού” και της επιβολής δασμών σε Σερβία και Βοσνία – Ερζεγοβίνη».

Με νόημα επίσης, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Πολίτικα» του Βελιγραδίου, σημείωσε ότι «όταν μιλάμε για την κατάσταση στα Βαλκάνια, βασικός αποσταθεροποιητικός παράγοντας είναι η πολιτική των ΗΠΑ και ορισμένων άλλων δυτικών χωρών, που στοχεύουν στην ενίσχυση της δικής τους κυριαρχίας στην περιοχή».

Σε άλλες δηλώσεις του, τέλος, ξεκαθάρισε πως η Ρωσία δεν πρόκειται να αναγνωρίσει συμφωνίες και αποφάσεις (π.χ. μονομερής κήρυξη ανεξαρτησίας του Κοσσόβου το 2008 που αναγνωρίζεται από τις ΗΠΑ και τις περισσότερες χώρες της ΕΕ) που παραβιάζουν διεθνείς αποφάσεις, όπως η απόφαση 1244 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, που (τυπικά) αναγνωρίζει το Κοσσυφοπέδιο ως αναπόσπαστο τμήμα της Σερβικής Δημοκρατίας.

Ο αλβανικός μεγαλοϊδεατισμός

Με αφορμή εξάλλου τη ΝΑΤΟικής κοπής συμφωνία των Πρεσπών και τις τροπολογίες που πρότειναν τα αλβανικά κόμματα στην ΠΓΔΜ, προκειμένου να τη στηρίξουν, υπήρξαν εκτιμήσεις από διάφορες πλευρές ότι η ψήφισή τους ρίχνει «νερό στο μύλο» των σχεδίων για τη Μεγάλη Αλβανία, τα οποία ούτως ή άλλως εξελίσσονται προς την πλευρά του Κοσσυφοπεδίου, με την ανοχή, αν όχι με την ενθάρρυνση των ΑμερικανοΝΑΤΟικών στον μεγαλοϊδεατισμό της αστικής τάξης της Αλβανίας.

Η αλβανική κυβέρνηση του σοσιαλδημοκράτη πρωθυπουργού Εντι Ράμα προωθεί το σταδιακό άνοιγμα των συνόρων Αλβανίας – Κοσσυφοπεδίου έως την τελική κατάργησή τους, ενώ στις αρχές του χρόνου ο ίδιος δήλωνε ότι «το άνοιγμα των συνόρων με το Κόσσοβο είναι μόνο η αρχή» και ότι «σχεδιάζεται» μια διαδικασία και για «τροποποίηση συνόρων με Μαυροβούνιο, Μακεδονία και Ελλάδα», με κριτήρια όπως αυτά της συμφωνίας Σένγκεν.

Η πρόθεση του Ράμα να τοποθετήσει δύο υπουργούς από το Κοσσυφοπέδιο, συμπεριλαμβανομένου του Γκεντί Τσακάι, δείχνει την ταχύτητα με την οποία προχωράει ο σχεδιασμός. Ο Τσακάι είναι «παιδί του Σόρος», του γνωστού και μη εξαιρετέου κοσμοπολίτη Ουγγροαμερικανού χρηματιστή, που «αλωνίζει» στα Βαλκάνια και όχι μόνο.

Δεν πρέπει επίσης να περάσει απαρατήρητη η παρέμβαση που επιχειρεί η Τουρκία σε μια περίοδο ευρύτερων αναδιατάξεων. Ο Τούρκος Πρόεδρος Ρ. Τ. Ερντογάν, σε συνάντησή του με την Κροάτισσα Πρόεδρο Κολίντα Γκράμπαρ-Κιτάροβιτς, στην Αγκυρα την Τετάρτη, έβαλε στο τραπέζι την απαίτησή του για αναθεώρηση της Συνθήκης του Ντέιτον (1995), με την οποία τερματίστηκαν οι συγκρούσεις στην πρώην Γιουγκοσλαβία.

Αξιοποιώντας το αντικειμενικό γεγονός ότι ο συμβιβασμός αυτός ήταν προβληματικός για τη Βοσνία – Ερζεγοβίνη, κάλεσε τον ΟΗΕ να παίξει «ισχυρό ρόλο» για την αναθεώρηση της Συνθήκης, ενώ είναι φανερό ότι αξιοποιεί την επιρροή της Τουρκίας στο μουσουλμανικό στοιχείο της συγκεκριμένης χώρας για να προωθήσει τα συμφέροντά της.

Τέλος, η αντίδραση του Προέδρου της Βουλγαρίας, Ρ. Ράντεφ, για τη συμφωνία των Πρεσπών και τη νέα ονομασία «Βόρεια Μακεδονία», ότι «αυτό το όνομα δεν μπορεί να ισχύσει και δεν μπορούμε να δεχτούμε ότι υπάρχει “μακεδονική γλώσσα”. Αυτό είναι ό,τι χειρότερο για τη σταθερότητα στα Βαλκάνια», δείχνει ότι το λεγόμενο «πρότυπο» της συμφωνίας που προβάλλει ο ευρωατλαντικός άξονας, ανοίγει επικίνδυνα τον «ασκό του Αιόλου» στην περιοχή, τροφοδοτώντας τους επικίνδυνους εθνικισμούς και αλυτρωτισμούς στην μπαρουταποθήκη των Βαλκανίων, που ανά πάσα στιγμή μπορούν να ξαναμπουρλοτιάσουν οι ιμπεριαλιστές.

Από τον Ριζοσπάστη (εκφραστικό όργανο της Κ.Ε. του ΚΚ Ελλάδας)