Η μόνη διαμάχη μεταξύ των αστικών κομμάτων

Υπάρχει μια και μόνη διαμάχη μεταξύ των αστικών κομμάτων, άσχετα αν είναι δεξιά, κεντροδεξιά ή σοσιαλδημοκρατικά. Ο αμείλικτος ανταγωνισμός μεταξύ τους για να αποδείξουν ποιος είναι καλύτερος διαχειριστής του συστήματος. Αυτό, όμως, δεν συμβαίνει από ιδεολογική εχθρότητα του ενός στην πολιτική του άλλου, αφού στην ουσία συγκλίνουν από διαφορετικούς δρόμους.

Αυτή η δήθεν αντιπαλότητα είναι απαραίτητο στοιχείο του αστικού συστήματος. Να υπάρχει δηλαδή, κάθε φορά, ένας πόλος εκτόνωσης της λαϊκής δυσαρέσκειας που θα διοχετεύει το θυμό στην εκλογική δεξαμενή του επόμενου μνηστήρα και έτσι να διαιωνίζεται το ίδιο σύστημα με ένα καλύτερο δήθεν πρόσωπο, αλλά απείραχτες τις δομές του.

Κάτω από αυτή τη φιλοσοφία, στο εσωτερικό πολλών εργατικών κομμάτων και σε συνθήκες ανάπτυξης της καπιταλιστικής οικονομίας, βρήκαν την ευκαιρία και αναδείχθηκαν δυνάμεις απόλυτα συμβιβασμένες με την ιδέα ενός δήθεν ανθρώπινου καπιταλισμού. Στην Κύπρο, ειδικά μετά την ένταξη στην ΕΕ, αργήσαμε να συνειδητοποιήσουμε το πως αυτές οι δυνάμεις, επικαλούμενες μάλιστα τον Μαρξισμο-Λενινισμο, έθεσαν στο περιθώριο κάθε λογική σύγκρουσης για την ανατροπή του συστήματος.

Ο σοσιαλισμός – κομμουνισμός, έγιναν αφηρημένες έννοιες που θα έβρισκαν το νόημα τους μέσα από έναν άλλο δρόμο. Έναν τρίτο δρόμο υποτίθεται. Με το δήθεν «αθώο» επιχείρημα ότι δεν μπορούμε να περιμένουμε ως τη «δευτέρα παρουσία», οι υπέρμαχοι της διαχείρισης του συστήματος, που μπορεί αρχικά κάποιοι από αυτούς να ήταν άνθρωποι καλών προθέσεων, εκφυλίστηκαν και ενσωματώθηκαν σε τέτοιο βαθμό και έγιναν τόσο χρήσιμοι στην εξουσία, όσο απογοητευτικοί έγιναν για τους εργαζόμενους.

Από τα ίδια τα πράγματα προκύπτει η διαπίστωση πως ο καπιταλισμός δεν μπορεί να τύχει διαχείρισης υπέρ των λαών. Ειδικά από εκείνους που έχουν σαν στόχο από ιδεολογική θέση την ανατροπή του. Που οραματίζονται έναν καινούργιο κόσμο. Κάποια λάθη μπορείς να δεχτείς ότι έγιναν τυχαία. Έστω κάποιες παρεκκλίσεις, μπορεί κάποιος καλοπροαίρετος να δεχτεί ότι έγιναν για συγκεκριμένους λόγους. Μια κίνηση τακτικής. Όμως, τα γεγονότα χρόνων, δείχνουν ότι ούτε τυχαία ήταν αυτά τα λάθη, ούτε στιγμιαία ή παρέκκλιση. Ήταν πολιτική επιλογή.

Μέσα σε εκείνες τις συνθήκες τεχνητής ευμάρειας, η ταξική συνείδηση και στη συνέχεια η ενιαία πολιτική έκφραση, ήταν ένας δύσκολος δρόμος. Κλείσαμε τα μάτια στο ιδεολογικό έγκλημα, στον εκφυλισμό, το συμβιβασμό και την άλωση. Αντί της πάλης για την οργάνωση των εργαζομένων και την ανατροπή του καπιταλισμού, γίναμε ουδέτεροι παρατηρητές της δικής μας ανατροπής, στο όνομα ενός άλλου αποτελεσματικοτερου δρόμου. Αυτό κόστισε πάρα πολύ και βιώνουμε σήμερα τις συνέπειες της απουσίας ουσιαστικής ταξικής εκπροσώπησης.

Σήμερα που το κεφάλαιο βρίσκεται σε αναζήτηση νέας κερδοφορίας φορτώνοντας στο λαό τις ζημιές του, είναι αναγκαία η οργάνωση των εργαζομένων, πρώτα και κύρια στους χώρους δουλειάς. Εκεί βρίσκεται το κύτταρο, το πρωτόζωο της ταξικής εξέλιξης. Σιγά – σιγά και πάλι από την αρχή, με πλούσια πλέον εμπειρία από τις συγκρούσεις, τους δισταγμούς, τους φόβους και τις αντιθέσεις μας, σιγά – σιγά, θα συνθέσουμε σοβαρούς πυρήνες αντίστασης και ανατροπής των αντιλαϊκών πολιτικών.

Οι κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγωγής έχουν ολόκληρους μηχανισμούς πίσω τους.

Τα αστικά ΜΜΕ, τους παρατρεχάμενους και τα παπαγαλάκια. Τους παραπληροφορημένους ή αδιάφορους εργαζόμενους, τα σώματα καταστολής των εργατικών διεκδικήσεων. Η απότομη όξυνση της αντιπαράθεσης όταν έχεις όλες αυτές τις αρνητικές συνθήκες, όπου το κυρίαρχο είναι η αγανάκτηση της πλειοψηφίας που θέλει απλά την επιστροφή των πραγμάτων σε μια χρονικά προηγούμενη και καλύτερη από σήμερα κατάσταση, η αγανάκτηση δηλαδή σαν κίνητρο δεν οδηγεί πουθενά, αφού το σημείο επιστροφής είναι απλά ένα οικονομικό στάδιο που το επόμενο του είναι η λιτότητα.

Το πιο πάνω μόνο στον εξωραϊσμό του κεφαλαίου βοηθά. Δεν πρέπει να υπάρχει δίλημμα μεταξύ της καλής στιγμής του κεφαλαίου, του μεγαλοεπιχειρηματία που έχασε την επιχείρηση του στην «κρίση» και του εργάτη που απολύθηκε εξαιτίας αυτού.

Οι εργαζόμενοι δεν είναι σύμμαχοι του καπιταλιστή που υπήρξε θύμα της καταστροφής κεφαλαίων, για να πάρει πίσω την επιχείρηση που έχασε, ώστε να βρουν δουλειά με την ίδια καπιταλιστική σχέση.

Οι εργαζόμενοι πρέπει να χτίσουμε τις συμμαχίες μας, να οργανωσουμε την πάλη μας για την ανατροπή αυτών των σχέσεων παραγωγής.

Σήμερα που με αφορμή την «κρίση» ανατράπηκαν κατακτήσεις και δικαιώματα, που το 8ωρο έγινε μακρινή ανάμνηση, εμείς που δουλεύουμε, εμείς που παράγουμε τον πλούτο και σε μας πρέπει να επιστρέφει ο κόπος της εργασίας μας, επιβάλλεται να συνειδητοποιησουμε ότι οι εποχές μπορεί να διαφέρουν, όχι όμως και η καπιταλιστική εκμετάλλευση.

Αυτή μένει πάντα ίδια και αυτή είναι που αλλάζει φορεσιές για να δείχνει διαφορετική. Καιρός λοιπόν να την ξεγυμνώσουμε για να φανεί καθαρά η σαπίλα που δηλητηριάζει τη ζωή μας.