Στόχος η ΑΗΚ – στο στόχαστρο το βασικό αγαθό του ηλεκτρισμού

Η «ενεργειακή φτώχεια» πλήττει ολοένα και μεγαλύτερα τμήματα λαών και σε ανεπτυγμένες βιομηχανικά χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής, καθώς εκατομμύρια εργαζομένων αδυνατούν να πληρώσουν υπέρογκους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος και βυθίζονται στην ανέχεια. Η Κύπρος του σήμερα και του αύριο, κινδυνεύει άμεσα να το βιώσει στο πετσί της, όσο προχωρεί η υλοποίηση των πολιτικών της ΕΕ.

Στα πλαίσια της φιλελεύθερης οικονομικής της φιλοσοφίας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε προτείνει τον Νοέμβριο του 2016 την κατάργηση των ρυθμισμένων τιμών ηλεκτρικής ενέργειας που κινούνται κάτω της τιμής κόστους της παραγωγής. Την επιδότηση, δηλαδή, των οικιακών τιμολογίων από τα βιομηχανικά τιμολόγια

Στόχος είναι η προστασία του περιβόητου ανταγωνισμού, με την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων στην παραγωγή και προμήθεια, διασφαλίζοντας τα κέρδη μέσω του ελέγχου της τιμολογιακής πολιτικής, αλλά και την κατάργηση της όποιας κοινωνικής πολιτικής μέσω των Οργανισμών Ενέργειας.

Στην πρόταση νομοθεσίας για το νέο σχεδιασμό της αγοράς ηλεκτρισμού, η Επιτροπή ενθαρρύνει τα κράτη μέλη της ΕΕ να ετοιμάσουν έναν οδικό χάρτη για τη σταδιακή αναπροσαρμογή όλων των κρατικά ρυθμισμένων τιμών εντός πενταετίας από την ψήφιση της νομοθεσίας, με στόχο να διασφαλιστεί ότι οι τιμές προμήθειας θα απελευθερωθούν από κάθε δημόσια παρέμβαση.

Για την Κύπρο, όλα άλλαξαν με την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου το 2011 για τη ΜΗ ανανέωση των εξαιρέσεων που είχε διασφαλίσει η Κύπρος. Η εν λόγω απόφαση αφορούσε τη συμμόρφωση με την ΟΔΗΓΙΑ 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Ιουλίου 2009. Μαζί με την Κύπρο εξαιρέσεις είχαν πάρει και όμως διατηρούν μέχρι σήμερα, η Μάλτα και το Λουξεμβούργο, σαν μικρές και απομονωμένες αγορές Ηλεκτρικής Ενέργειας.

Βάσει αυτής της απόφασης ακολούθησε το 2014 η έκδοση της Ρυθμιστικής απόφασης ΡΑΕΚ 04/2014 (ΚΔΠ 372/2014) για «Λειτουργικό Διαχωρισμό των Δραστηριοτήτων της ΑΗΚ» όπου η ΑΗΚ έπρεπε, και είναι στο τελικό στάδιο υλοποίησης, να προχωρήσει σε Διοικητικό, Λειτουργικό και Λογιστικό διαχωρισμό των δραστηριοτήτων της. Μια απόφαση που πέραν του μεγάλου κόστους εφαρμογής, θέτει όλες τις προϋποθέσεις για μετάβαση στο επόμενο στάδιο που είναι ο Νομικός Διαχωρισμός. Ο κατακερματισμός ξεκίνησε, και στο αμέσως επόμενο διάστημα θα διαφανεί πως ο σημερνός σχεδιασμός είναι μέρος του ευρύτερου σχεδιασμού, για διευκόλυνση της σταδιακής ιδιωτικοποίησης με την αποξένωση περιουσιακών στοιχείων. Η περίπτωση της ΔΕΗ ήταν το παράδειγμα προς αποφυγήν, που όμως ακολουθούμε και στην Κύπρο βάσει του οδικού χάρτη της ΕΕ, όπως είχε σχεδιαστεί, με ελάχιστες παρεκκλίσεις προς το παρόν.

Η αύξηση στις τιμές του Ηλεκτρικού Ρεύματος δεν είναι άσχετη με τις πιο πάνω αποφάσεις της ΕΕ και την εναρμόνιση μας με αυτές τις αποφάσεις. Οι διεθνείς τιμές καυσίμων καθορίζουν την αναπροσαρμογή της τιμής της Κιλοβατώρας προς τα πάνω ή προς τα κάτω. Τη βασική όμως τιμή της κιλοβατώρας, που είναι πάνω σε αυτές τις τιμές που θα γίνει η αναπροσαρμογή λόγω καύσιμου, ρυθμίζει η ΡΑΕΚ μέσω των διατιμήσεων που πρέπει να έχουν την έγκριση της. Η λογική στον καθορισμό της βασικής τιμής είναι να αντικατοπτρίζει η τιμή τα πραγματικά κόστη, χωρίς δικαίωμα πχ τα δίκτυα να επιδοτούν την παραγωγή για μειωμένη τιμή ρεύματος. Επιπρόσθετα καθορίζεται και το ποσοστό κέρδους, έτσι δεν υπάρχει πια η δυνατότητα για ουσιαστική παρέμβαση στο ύψος της τιμής για άσκηση κοινωνικής πολιτικής ή επιδότησης, αφού πλήττεται έτσι ο μελλοντικός ανταγωνιστής της ΑΗΚ, άσχετα αν αυτό μπορεί να είναι εις βάρος του τελικού αποδέκτη που είναι ο πελάτης.

Ανταγωνισμός σε ένα μικρό νησί χωρίς χερσαία σύνδεση μπορεί όμως να λειτουργήσει υπέρ όλων εμάς;

Διαφάνεια λέει η οδηγία της ΕΕ στις χρεώσεις και βάσει της ρυθμιστικής απόφασης πρέπει η ΑΗΚ να δίνει αναλυτικά το πόσα της στοιχίζει το κάθε τι, να πουλάει και να αγοράζει υπηρεσίες η μια δραστηριότητα από την άλλη και να το χρεώνει ανάλογα χωρίς δικαίωμα να απορροφήσει το όποιο κόστος.

Το περιβόητο άνοιγμα της αγοράς που όλοι επικαλούνται ισχύει από το 2004 με την ένταξη μας στην ΕΕ. Ανταγωνισμός όμως, δεν ήρθε ακόμη και ο λόγος είναι απλός. Κανένας παραγωγός ή προμηθευτής δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί τις τιμές της ΑΗΚ με περιθώριο κέρδους τόσο χαμηλό. Ο κύκλος εργασιών δεν τους επέτρεπε να προχωρήσουν σε επενδύσεις εκατομμυρίων ή και δισεκατομμυρίων, αφού η επένδυση τους δεν θα τους απόφερε τα αναμενόμενα κέρδη στο άμεσο μέλλον.

Το κεφάλαιο όμως μέσα στην ΕΕ πάντα έχει εναλλακτικές

Η πρώτη επιλογή της Κυβέρνησης που εκπροσωπεί το κεφάλαιο απότυχε για την ώρα. Το ιδανικό θα ήταν να προχωρήσει η αποκρατικοποίηση όπως είχε σχεδιαστεί αρχικά. Μια επένδυση έτοιμη για τους επίδοξους μνηστήρες. Μετά τις δυναμικές αντιδράσεις των εργαζομένων όμως δεν κατάφεραν να περάσουν το νόμο για τις αποκρατικοποίησες έτσι προχωρούν στο σχέδιο Β.

Η 2η επιλογή τους ήταν ο κατακερματισμός της ΑΗΚ καθιστώντας την διαχειρίσιμη. Με υπουργική απόφαση το 2015, αποφασίζουν τον τεμαχισμό της ΑΗΚ μέσω νομικού διαχωρισμού των δραστηριοτήτων της. Η αντίδραση οδήγησε σε προσωρινό συμβιβασμό της Κυβέρνησης, βάζοντας, όπως χαρακτηριστικά λέχθηκε, στο συρτάρι την απόφαση του Υπουργικού, με την προϋπόθεση ότι σε 3 χρόνια η ΑΗΚ θα καταφέρει να εφαρμόσει με επιτυχία τον Διοικητικό, Λειτουργικό και Λογιστικό της διαχωρισμό. Έχει φτάσει η ώρα της τελικής αξιολόγησης από την ΡΑΕΚ η οποία θα καθορίσει κατά πόσο πετύχαμε ή όχι. Στην περίπτωση όπου η αξιολόγηση θα είναι αρνητική, θα επανέρθει η πρόταση της Κυβέρνησης για νομικό διαχωρισμό και δημιουργία ξεχωριστών νομικών οντοτήτων εντός του Οργανισμού.

Η προσπάθεια συμμόρφωσης πέραν του τεράστιου διοικητικού κόστους και της αύξησης στις τιμές, δημιουργεί ένα κλίμα εχθρικό μέσα στην κοινωνία εναντίον της ΑΗΚ, μετατρέποντας το Ηλεκτρικό ρεύμα από αγαθό πρώτης ανάγκης σε ένα ακόμη καταναλωτικό προϊόν, διασφαλίζοντας έτσι και τη συναίνεση της κοινωνίας όταν έρθει η στιγμή του ξεπουλήματος.

Το τραγικό της όλης εξέλιξης είναι πως η ΕΕ είχε πεισθεί και είχε δώσει το δικαίωμα να εξαιρεθεί η Κύπρος από την υποχρέωση της εναρμόνισης με την οδηγία. Η Κύπρος και η ΑΗΚ συγκεκριμένα, είχε δώσει μάχες σε τεχνοκρατικό και πολιτικό επίπεδο για να αποδείξει πως η οδηγία δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε μια μικρή και απομονωμένη αγορά. Όλα όμως άλλαξαν με μια απόφαση Υπουργικού, με την πολιτική απόφαση να εναρμονιστεί η Κύπρος με την οδηγία της ΕΕ και να μην ζητήσει ανανέωση των εξαιρέσεων.