Οι «εναλλακτικές» στηρίζουν το σύστημα εκμετάλλευσης

Η κούρσα των Δημοκρατικών για το χρίσμα του κόμματος στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ της 3ης Νοέμβρη εξελίσσεται σε αντιπαράθεση ανάμεσα στους επικρατέστερους υποψήφιους, τον πρώην αντιπρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν και τον σοσιαλδημοκράτη γερουσιαστή από το Βερμόντ, Μπέρνι Σάντερς. (…)

Για το χρίσμα απαιτείται πλειοψηφία 1.991 εκλεκτόρων σε σύνολο 3.979. Ηδη έχουν αποχωρήσει από την κούρσα 3 υποψήφιοι υπέρ του Μπάιντεν (οι Πιτ Μπούτατζιτζ, Αμι Κλόμπατσαρ και ο δισεκατομμυριούχος Μάικλ Μπούμπεργκ, αφού ξόδεψε μισό δισ. δολάρια στην καμπάνια του), ενώ πρόσφατα αποχώρησε η γερουσιαστής της Μινεσότα Ελίζαμπεθ Γουόρεν, που δήλωσε ότι θα ανακοινώσει σύντομα ποιον θα στηρίξει.

Ο Μπάιντεν εμφανίζεται ως ικανός να εκφράσει το λεγόμενο «μετριοπαθές κέντρο» και φαίνεται πως έχει μεγαλύτερη απήχηση στους Αφροαμερικανούς και στους ψηφοφόρους άνω των 65 ετών, ενώ ο Σάντερς, από την άλλη, είναι πιο δημοφιλής στους φτωχούς Αμερικανούς, στους κάτω των 30 ετών, στους ισπανόφωνους και τους πτυχιούχους.

Ο ρόλος του Σάντερς

Αναμφισβήτητα σε αυτήν την εκλογική αναμέτρηση στο αστικό πολιτικό σύστημα (στον άλλο πόλο των Ρεπουμπλικάνων ο Τραμπ είναι ο ξεκάθαρος υποψήφιος) ο ρόλος του Μπέρνι Σάντερς, με τον μανδύα του «προοδευτικού εναλλακτικού» είναι ιδιαίτερα χρήσιμος για το σύστημα στο να απορροφά την υπαρκτή λαϊκή δυσαρέσκεια που προκαλεί η αντιλαϊκή πολιτική που διαχρονικά εφαρμόζουν όλες οι κυβερνήσεις, για να μη μιλήσουμε για τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις που συνεχίζονται ανεξάρτητα από το ποιος πόλος έχει το τιμόνι της εξουσίας.

Ο Σάντερς στα αστικά ΜΜΕ και με τη συμβολή οπορτουνιστικών και σοσιαλδημοκρατικών δυνάμεων, όπως βλέπουμε και στην Ελλάδα (άλλη μια τέτοια περίπτωση είναι ο Τζέρεμι Κόρμπιν στη Μεγάλη Βρετανία), εμφανίζεται ως «σοσιαλιστής». Στην πραγματικότητα, πράγμα που δεν το κρύβει και ο ίδιος, πρόκειται για οπαδό μιας νεοκεϊνσιανής διαχείρισης του καπιταλισμού με τόνωση της ζήτησης και ενίσχυση κάποιων κρατικών δομών. Επί της ουσίας, υπερασπίζεται τη σοσιαλδημοκρατική διαχείριση, προβάλλοντας την αυταπάτη ενός «πιο ανθρώπινου καπιταλισμού με κανόνες».

Ο ίδιος ανήκει στο 1% των Αμερικανών φορολογουμένων με εισόδημα τουλάχιστον 1 εκατ. δολ. το χρόνο και προβάλλει προτάσεις περί δωρεάν βασικής ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης για όλους (Medicare for all), χωρίς να θίγεται και ο ιδιωτικός τομέας Υγείας, το ίδιο και στην Εκπαίδευση «χωρίς δίδακτρα και διαγραφή φοιτητικών χρεών». Προτείνει, επίσης, αύξηση του ελάχιστου ωρομισθίου στα 15 δολάρια, πατώντας στο υπαρκτό γεγονός ότι με βάση την κερδοφορία του κεφαλαίου θα μπορούσε να αυξηθεί (παρότι αυτό δεν συμβαίνει και αυξάνεται ο βαθμός εκμετάλλευσης). Οι προτάσεις αυτές μπορούν να δελεάσουν ανώριμες συνειδήσεις, που πιστεύουν σε αυταπάτες περί κοινωνικής συναίνεσης και ικανοποίησης των αναγκών και του κεφαλαίου και των εργαζομένων.

Πάντως, εκεί που αποδεικνύεται ότι η ατζέντα του Σάντερς στηρίζεται και εκφράζει τμήματα του κεφαλαίου των ΗΠΑ είναι στα ζητήματα της λεγόμενης «πράσινης οικονομίας». Τον περασμένο Αύγουστο παρουσίασε την πρότασή του για την αντιμετώπιση των κλιματικών αλλαγών, με «Νέα Πράσινη Συμφωνία», προωθώντας συμφέροντα μονοπωλιακών ομίλων που επενδύουν σε τεχνολογίες πέρα από τα παραδοσιακά ορυκτά καύσιμα και στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Η «μετάβαση» που κοστολογεί σε 6,3 τρισεκατομμύρια δολάρια αποτελεί έναν αληθινό μποναμά για τα μονοπώλια του είδους. Πριμοδοτεί τη δημιουργία νέων σταθμών παραγωγής Ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές (αιολική, ηλιακή, γεωθερμική κ.ά.), υπόσχεται 200 δισ. δολάρια σε αναπτυσσόμενες χώρες, για να αντιμετωπίσουν την κλιματική αλλαγή και …ευελπιστεί στη δημιουργία 20 εκατομμυρίων θέσεων εργασίας μέσα σε 15 χρόνια.

Η περίπτωση του Σάντερς, όπως συνέβη και με τον πρώτο μαύρο Πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα – που αξιοποιήθηκε κατάλληλα στον καιρό του – αποτελεί μια εναλλακτική για τη χειραγώγηση λαϊκών δυνάμεων, αξιοποιώντας την υπαρκτή αδυναμία και έλλειψη ουσιαστικής εναλλακτικής για τη ρήξη με την εξουσία του κεφαλαίου, δηλαδή την απουσία ισχυρής ταξικής επαναστατικής δύναμης, Κομμουνιστικού Κόμματος.

Από τον Ριζοσπάστη (εκφραστικό όργανο της Κ.Ε. του ΚΚ Ελλάδας)