Η αντιμετώπιση της πανδημίας στις συμπληγάδες οικονομικών και γεωπολιτικών ανταγωνισμών

Στις 29 του περασμένου Μάη, ο «Ριζοσπάστης» αποκάλυπτε ότι η Κομισιόν και ορισμένες από τις μεγαλύτερες φαρμακοβιομηχανίες απέρριψαν πριν από δύο χρόνια ένα σχέδιο χρηματοδότησης της έρευνας για τη φαρμακευτική αντιμετώπιση επιδημιών, όπως αυτές που οφείλονται στους κορονοϊούς MERS και SARS, επειδή τότε κρινόταν οικονομικά ασύμφορη από τις εταιρείες η επένδυση σε σκευάσματα που δεν ήταν άμεσης ζήτησης, άρα και άμεσου κέρδους.

Το πού θα κατέληγε εκείνη η έρευνα, κανείς δεν μπορεί να απαντήσει. Το σίγουρο είναι ότι σήμερα η ανάπτυξη ενός εμβολίου για τον νέο κορονοϊό θα ξεκινούσε με καλύτερους όρους και ενδεχομένως ένα αποτελεσματικό εμβόλιο να ήταν έτοιμο συντομότερα. Το παιχνίδι κρίθηκε όμως στα «αποδυτήρια», μιας και η έρευνα για πρόληψη θεωρήθηκε οικονομικά μη «ενδιαφέρουσα» για τους φαρμακευτικούς ομίλους.

Η σημερινή εικόνα, με τις εκατοντάδες φαρμακοβιομηχανίες παγκόσμια να ανταγωνίζονται για το ποια θα λανσάρει πρώτη το εμβόλιο στην αγορά, με τα δισεκατομμύρια των κρατικών επιχορηγήσεων και των προπαραγγελιών να σφυρίζουν στον αέρα, είναι βέβαια εντελώς διαφορετική. Κι αν κάτι επιβεβαιώνεται και στη μια και στην άλλη περίπτωση είναι ότι ο καπιταλισμός όχι μόνο δεν «τραβάει μπροστά» την επιστημονική πρόοδο, αλλά βάζει και πολλά εμπόδια στην εξέλιξη της επιστήμης, υποτάσσοντας την έρευνα και τα παράγωγά της στο κέρδος.

Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση της πανδημίας: Τα αποτελέσματα της επιστήμης τα καρπώνονται οι φαρμακοβιομηχανίες, η ανάπτυξη και η παραγωγή φαρμάκων κι εμβολίων γίνονται με σκοπό το κέρδος, ενώ τα καπιταλιστικά κράτη διαχειρίζονται την πανδημία με γνώμονα οικονομικά και γεωπολιτικά οφέλη. Ολα αυτά φρενάρουν – και στο θέμα ενός εμβολίου – την αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας, η οποία έχει στοιχίσει τη ζωή σε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους.

Fast – track διαδικασίες έγκρισης

Από την άρνηση των φαρμακοβιομηχανιών να επενδύσουν στην έρευνα για ένα πιθανό εμβόλιο πριν από μερικά χρόνια, τώρα βρισκόμαστε μπροστά σε μια ανελέητη κούρσα για το ποιος θα το παρασκευάσει πρώτος. Ποιος θα αποκτήσει το πλεονέκτημα, όχι μόνο στην αγορά, αλλά και στο στίβο των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών που οξύνονται γύρω από την πανδημία.

Η κούρσα αυτή και το υπόβαθρό της δημιουργούν από μόνα τους αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα των εμβολίων που τελικά θα διατεθούν στην αγορά. Και μπορεί αντικείμενο μιας τέτοιας κριτικής να έγινε πρόσφατα το εμβόλιο που παρουσίασε η Ρωσία («Sputnik V»), επειδή δεν είχε ολοκληρωθεί η προβλεπόμενη τρίτη φάση των δοκιμών, η αλήθεια είναι όμως ότι την ίδια βιασύνη δείχνουν όλα τα ιμπεριαλιστικά κέντρα.

Για παράδειγμα, μόλις την Παρασκευή 28 Αυγούστου, ο πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας, Μπόρις Τζόνσον, ανακοίνωσε «διαδικασίες εξπρές» για να λάβουν τα υποψήφια εμβόλια «έγκριση έκτακτης ανάγκης», δηλαδή θα διεξάγονται εμβολιασμοί ενώ εξελίσσεται η πλήρης διαδικασία αδειοδότησης.

Αντίστοιχα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η «AstraZeneca» (εμβόλιο του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης) έχουν συμφωνήσει να ξεκινήσει άμεσα η διάθεση του εμβολίου, σύμφωνα με δήλωση Ευρωπαίου αξιωματούχου. Τον Οκτώβρη ολοκληρώνεται η τρίτη φάση των δοκιμών και αν τα αποτελέσματα είναι θετικά, πιθανόν να ξεκινήσει η διάθεσή του ακόμη και το Νοέμβρη.

Στις ΗΠΑ, οι δοκιμές του εμβολίου της βρετανικής «AstraZeneca» και του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης γίνονται υπό το πρόγραμμα της αμερικανικής κυβέρνησης (Operation Warp Speed program), με στόχο την επιτάχυνση της ανάπτυξης, της παραγωγής και της διάθεσης του εμβολίου, αλλά και σχετικών θεραπευτικών αγωγών κατά της Covid-19. Ο επικεφαλής της Υπηρεσίας Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) δήλωσε πρόσφατα πως η Υπηρεσία έχει προετοιμαστεί να εγκρίνει ένα εμβόλιο πριν από την ολοκλήρωση των κλινικών δοκιμών της Φάσης 3, «αν τα οφέλη υπερτερούν των κινδύνων». Εξάλλου, η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει δηλώσει πως το εμβόλιο ενδέχεται να είναι διαθέσιμο πριν από τις προεδρικές εκλογές της 3ης Νοέμβρη.

Αντίστοιχα, η κινεζική εταιρεία «CanSino Biologics’» βρίσκεται σε συνομιλίες για να λάβει έγκριση έκτακτης ανάγκης σε αρκετές χώρες προτού ολοκληρώσει δοκιμές μεγάλης κλίμακας, ανέφερε η «Wall Street Journal» πρόσφατα.

Αυτή η «πρεμούρα» και ο ανταγωνισμός είναι που κάνουν ορισμένους επιστήμονες να προειδοποιούν για τον κίνδυνο να κυκλοφορήσουν και μη αποτελεσματικά εμβόλια, που τελικά θα επιδεινώσουν αντί να καταστείλουν την πανδημία. Αλλά ποιος μπορεί μέσα από τον διαθλαστικό φακό των σκληρών ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών να κρίνει με αξιόπιστα επιστημονικά κριτήρια αν ένα εμβόλιο είναι το κατάλληλο; Προφανώς κανένας…

Οικονομικές και πολιτικές πιέσεις

Μια τέτοια πλευρά παρουσιάζει και το επιστημονικό περιοδικό «The Lancet» (27 Αυγούστου). Σε άρθρο της, η αρμόδια ομάδα εμπειρογνωμόνων του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (Solidarity Vaccines Trial Expert) προειδοποιεί:

«Ο κόσμος χρειάζεται αποτελεσματική, γρήγορη και αξιόπιστη αξιολόγηση πολλών υποψήφιων εμβολίων κατά της COVID-19. Υπάρχει κίνδυνος οι πολιτικές και οικονομικές πιέσεις για ταχεία εισαγωγή ενός εμβολίου COVID-19 να οδηγήσουν σε εκτεταμένη ανάπτυξη ενός εμβολίου, που στην πραγματικότητα είναι μόνο ασθενώς αποτελεσματικό, ενδεχομένως εξαιτίας ενός παραπλανητικά ελπιδοφόρου αποτελέσματος από αδύναμες δοκιμές».

Σύμφωνα με τους συγκεκριμένους επιστήμονες, ένα εμβόλιο με χαμηλή αποτελεσματικότητα «θα μπορούσε πραγματικά να επιδεινώσει την πανδημία». Αφενός γιατί οι αρμόδιες κρατικές αρχές θα υποθέσουν λαθεμένα ότι προκαλεί σημαντική μείωση του κινδύνου και θα καταργηθούν άλλα περιοριστικά μέτρα. Αφετέρου, «η ανάπτυξη ενός οριακά αποτελεσματικού εμβολίου θα μπορούσε επίσης να επηρεάσει την αξιολόγηση άλλων εμβολίων, καθώς τα επόμενα εμβόλια θα συγκριθούν με αυτό» και ενδέχεται να εγκριθούν στη συνέχεια ακόμη λιγότερο αποτελεσματικά εμβόλια.

«Χρειαζόμαστε ένα εμβόλιο που λειτουργεί και το χρειαζόμαστε σύντομα», αλλά «πραγματικά χρειαζόμαστε αρκετά ισχυρές ενδείξεις αποτελεσματικότητας», σημειώνει στον «Guardian» ο καθηγητής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και σύμβουλος του ΠΟΥ, Ρίτσαρντ Πίτο, προσθέτοντας πως το πρώτο εμβόλιο που θα βγει θα αγοραστεί και θα χρησιμοποιηθεί σε όλο τον κόσμο, ακόμη και αν έχει χαμηλή αποτελεσματικότητα.

«Νομίζω ότι υπάρχει μια μεγάλη βιασύνη, μια κάπως εθνικιστική βιασύνη και επίσης μια κάπως καπιταλιστική βιασύνη, για την απόλυτη πρωτιά στην καταχώριση ενός εμβολίου και θα δυσκολέψει πραγματικά την αξιολόγηση άλλων εμβολίων», είπε.

«Σε σύγκριση με μεμονωμένες δοκιμές για καθένα από τα πολλά διαφορετικά εμβόλια, παγκόσμιες δοκιμές πολλαπλών εμβολίων με μια κοινή ομάδα ελέγχου θα μπορούσαν να προσφέρουν πιο γρήγορα και αξιόπιστα αποτελέσματα», καταλήγει το άρθρο στο «The Lancet».

Οποιος πληρώνει, παίρνει

Παράλληλα με τον ανταγωνισμό για γρήγορη έγκριση και κυκλοφορία στην αγορά ενός εμβολίου, εξελίσσεται και ο ανταγωνισμός των ισχυρών καπιταλιστικών κρατών για να εξασφαλίσουν τις απαιτούμενες δόσεις. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι «όποιος πληρώνει, παίρνει πρώτος», ενώ λιγότερο αναπτυγμένα κράτη, με ακόμη πιο εξαθλιωμένους λαούς, θα περιμένουν στην ουρά, τα κρούσματα και οι θάνατοι θα αυξάνονται. Την ίδια στιγμή οι επιστήμονες επισημαίνουν πως η πανδημία είναι παγκόσμια και δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί μεμονωμένα.

Ακόμη και ο ΠΟΥ αναγκάστηκε πριν από μέρες να μιλήσει για «εμβολιαστικό εθνικισμό» που θα συμπιέσει τα αποθέματα εμβολίων στον κόσμο σε βάρος των φτωχότερων λαών.

Οι ΗΠΑ, ΕΕ, Ιαπωνία, Βρετανία, Αυστραλία, Ινδία έχουν συνάψει τις δικές τους συμφωνίες με διάφορες φαρμακευτικές εταιρείες για την εξασφάλιση εκατομμυρίων δόσεων εμβολίου COVID-19 – αν τελικά εγκριθούν και κυκλοφορήσουν – ενώ έχουν προχωρήσει και σε προπαραγγελίες. Η Ρωσία διαπραγματεύεται με περισσότερες από 20 χώρες που έχουν υποβάλει αίτηση για να αγοράσουν πάνω από 1 δισ. δόσεις του ρωσικού εμβολίου, η Κίνα αντίστοιχα.

Ο ΠΟΥ ανέφερε πως αν κι άλλες χώρες που μπορούν να «το αντέξουν οικονομικά» προχωρήσουν σε μεμονωμένες επιχειρηματικές συμφωνίες, «δεν θα υπάρχει επαρκής ποσότητα εμβολίων για οποιαδήποτε άλλη χώρα, ιδιαίτερα τους πρώτους 6 – 9 μήνες».

Ξεχειλίζει η υποκρισία

Κι ενώ η Κομισιόν έχει διαπραγματευτεί και κλείσει επιχειρηματικές συμφωνίες για εκατομμύρια δόσεις στην ΕΕ με διάφορες φαρμακευτικές εταιρείες («CureVac», «Johnson & Johnson», «Sanofi», «AstraZeneca»), η υποκρισία και η κοροϊδία για «αλληλεγγύη», «παγκόσμια συνεργασία» κ.λπ. ξεπερνάνε, πραγματικά, κάθε όριο.

Πρόσφατα η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ανακοίνωσε πως η Κομισιόν ενδιαφέρεται να συμμετάσχει «στον μηχανισμό COVAX για ισότιμη πρόσβαση σε οικονομικά προσιτά εμβόλια κατά της COVID-19 παντού στον κόσμο και για καθέναν που το έχει ανάγκη». «Η παγκόσμια συνεργασία είναι ο μόνος τρόπος για να υπερκεράσουμε την παγκόσμια πανδημία», είπε.

Στην πραγματικότητα, η Κομισιόν ανακοίνωσε 400 εκατ. ευρώ σε μορφή εγγυήσεων για την υποστήριξη του COVAX, μια πρωτοβουλία του ΠΟΥ που περιλαμβάνει 9 υποψήφια εμβόλια με στόχο να διανεμηθούν 2 δισ. δόσεις έως το τέλος του 2021 σε χώρες που εγγράφονται. Οι χώρες της ΕΕ δεν εγγράφονται στην πρωτοβουλία – που θα σήμαινε ότι θα έμπαιναν στην ουρά για εξασφάλιση εμβολίου – αλλά γι’ αυτές ισχύουν οι επιχειρηματικές συμφωνίες με τους φαρμακευτικούς ομίλους.

Μάλιστα, εκπρόσωπος της Κομισιόν δεν διευκρίνισε τη μορφή αυτών των εγγυήσεων και γιατί δεν δίνεται απευθείας χρηματοδότηση, ενώ αρνήθηκε να απαντήσει αν ισχύει η καθοδήγηση της Κομισιόν προς τα κράτη – μέλη της ΕΕ να μην αγοράσουν εμβόλια μέσω COVAΧ.

Αντίστοιχα οι ΗΠΑ δήλωσαν ότι δεν συμμετέχουν στην COVAX, οι Βρετανία, Ιαπωνία κ.ά. είπαν πως την υποστηρίζουν, ενώ παράλληλα προχωρούν σε δικές τους διμερείς επιχειρηματικές συμφωνίες.

Σύμφωνα με επιστήμονες, αυτές οι συμφωνίες κρατών – επιχειρηματικών ομίλων επιδεινώνουν τους όρους αντιμετώπισης της πανδημίας σε παγκόσμιο επίπεδο. «Η πρόσβαση στα εμβόλια κατά της COVID-19 θα καθοριστεί από την αγοραστική δύναμη και τη δυνατότητα υπογραφής εκ των προτέρων αγορών των κρατών και όχι από τις ιατρικές ανάγκες ή τις μεταβαλλόμενες επιδημιολογικές καταστάσεις ανά τον κόσμο», δηλώνουν σε διεθνή ΜΜΕ.

Από τον Ριζοσπάστη (εκφραστικό όργανο της Κ.Ε. του ΚΚ Ελλάδας)