Ο άλλος Ρατσισμός

Έξι χρόνια μετά τη βίαιη καταστολή και δολοφονία ειρηνικών διαδηλωτών κατά του απαρτχάιντ στην Νότια Αφρική, η 21η Μαρτίου εγκαθιδρύθηκε με ψήφισμα του ΟΗΕ το 1966, ως η διεθνής μέρα για την εξάλειψη του ρατσισμού.

Όσο δύσκολο είναι να εξηγηθεί πειστικά ο ιμπεριαλισμός χωρίς να ληφθεί υπόψη το κίνητρο του, η οικονομία (Barbara Bush, 2006), άλλο τόσο δύσκολο είναι να εξηγηθεί ο ρατσισμός χωρίς να λάβουμε υπόψη τον εθνικισμό που είναι συνδεδεμένος με την άνοδο του ιμπεριαλισμού και την ταύτιση του με την ανωτερότητα και την κυριαρχία του έθνους. Η πολιτισμική λογική του Ιμπεριαλισμού, είναι σύμφυτη με την πεποίθηση ότι ο μη Δυτικός κόσμος είναι γενετικά κατώτερος, πρωτόγονος, βαρβαρικός και υπανάπτυκτος. Ο «επιστημονικός» ρατσισμός δε, που εκπηγάζει από τον P. Camper, πιστεύει ότι από όλες τις ράτσες οι Αφρικανοί απείχαν περισσότερο από την κλασσική έννοια της ομορφιάς.

Ο ρατσισμός εν τέλει, είναι η ψυχολογία του ιμπεριαλισμού, το πνεύμα της αυτοκρατορίας, επειδή ο ρατσισμός παρέχει το στοιχείο που δημιουργεί τη δικαιοσύνη της αυτοκρατορίας. Ως εκ τούτου, ο ρατσισμός δεν είναι απλά ένα υποπροϊόν της αυτοκρατορίας, αλλά… μέρος των ζωτικών οργάνων της (J.N. Pieterse, 1990).

Ασφαλώς, δεν χρειάζεται κανείς να είναι ιμπεριαλιστής για να είναι ρατσιστής. Ο ιμπεριαλισμός δεν εξαγάγει μόνο οικονομία, αλλά και τον πολιτισμό του και την ιδεολογία του. Η κατεύθυνση των «εξαγωγών» αυτών, μέσα από πολλά κανάλια και διαμεσολαβητές, είναι το μυαλό των μαζών. Για παράδειγμα η κυβέρνηση, οχυρώνεται πολιτικά πίσω από το γεγονός ότι η Τουρκική κυβέρνηση επιτρέπει ή καθοδηγεί προσφυγοποιημένους ή μη μετανάστες από την Συρία και αλλού, να δραπετεύουν προς την Ευρώπη και την Κύπρο. Η κυβέρνηση εξηγά τα κύματα μεταναστών των τελευταίων δεκαετιών με λαϊκιστικό τρόπο, ως να πρέπει να ταυτιστεί κάθε μετανάστης με Τούρκο έποικο ώστε να κερδίσει πόντους στις εκλογές ποντάροντας στην ανασφάλεια. Ταυτόχρονα δε, ανάβει θρυαλλίδες στον εθνικισμό και στον ρατσισμό υπονοώντας σαφώς ότι κινδυνεύει η ταυτότητα των Κυπρίων, λόγω του ότι οι μετανάστες έφτασαν στο 4% του πληθυσμού της χώρας. Αντί να στρέφει το βλέμμα προς τις Ευρωπαϊκές χώρες πραγματικού προορισμού των μεταναστών που δεν αναλαμβάνουν καμία ευθύνη, η κυβέρνηση πουλά ανασφάλεια και τρόμο.

Η φτώχεια, οι πόλεμοι, οι μεταναστευτικές ροές, η εκμετάλλευση των ξένων εργατών ως φτηνού εργατικού δυναμικού για την βιωσιμότητα της οικονομίας όπως την ονομάζουν, δεν συμβαίνει μόνο στην Κύπρο, είναι άλλωστε επιλεκτική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια ο ξένος χρησιμοποιείται ως αντίβαρο στο ντόπιο εργατικό δυναμικό ώστε οι απολαβές να διατηρούνται εντός των πλαισίων που θέλει το κεφάλαιο. Αναπόφευκτα, η στρατηγική εργαλειοποίησης της μετανάστευσης κατά τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου, δεν μπορεί παρά να δημιουργεί ρατσιστικά αντανακλαστικά γιατί συνοδεύει την όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων. Αντί ο πολιτικός αγώνας να στρέφεται στους θύτες, στρέφεται στα θύματα.

Το ένστικτο κατά της αδικίας είναι σημαντική βάση για την απέχθεια προς τον ρατσισμό, δεν είναι όμως αρκετό στον πόλεμο για την εξάλειψη του. Χρειάζεται να συνδεθεί με τον ευρύτερο αγώνα κατά της γενικότερης οικονομικής αδικίας, ταξικής και πολιτικής προελεύσεως. Χρειάζεται για παράδειγμα πάλη ώστε να μην υφίστανται διακρίσεις στα δικαιώματα των μεταναστών και να τεθεί η ανθρωπιστική πτυχή πάνω από τα συμφέροντα και την προπαγάνδα των λίγων. Ας θυμηθούμε ότι για την «οικονομική τους συνεισφορά» σε μερικές τσέπες, εκατοντάδες μεγαλοεπενδυτές που γνώρισαν την Κύπρο μόνο από τα χρυσά διαβατήρια που της χαρίστηκαν, θεωρούνται πιο κύπριοι από τους ξένους εργάτες που προσφέρουν και εργάζονται σε αντίξοες συνθήκες και των οποίων οι αιτήσεις για άσυλο ή ιθαγένεια, επειδή είναι φτωχοί και άκληροι, θέτουν σε κίνδυνο την ελληνικότητα μας.